Άρθρα

Η Ελλάδα στον δρόμο της ενεργειακής μετάβασης

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Capital.gr 

Ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο οποίος φάνταζε αδιανόητος έως ότου ξέσπασε πραγματικά, πέρα από την τεράστια ανθρωπιστική κρίση, την τραγωδία για εκατομμύρια ανθρώπους και την ασύλληπτη καταστροφή, επανέφερε επιτακτικά, σχεδόν βίαια, το ζήτημα της ενέργειας. Η Δύση υπό την ευρεία έννοια -στην ουσία όμως ολόκληρος ο πλανήτης- προβληματίζεται βαθιά για το μέλλον του ενεργειακού τομέα. Βέβαια, η πολεμική συγκυρία ωθεί την προσέγγιση του θέματος με κάποια μονομέρεια, εξού και συνήθως γίνεται λόγος μόνο για το φυσικό αέριο ή το πετρέλαιο. Παρόλ’ αυτά, είναι σήμερα πιο επίκαιρα από ποτέ άλλοτε τα ζητήματα της ενεργειακής μετάβασης, της απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, της “πράσινης” ανάπτυξης και της κυκλικής οικονομίας, η οποία αρχίζει και (δεν) τελειώνει στη βιωσιμότητα, την έγνοια για το περιβάλλον κ.λπ.

Ο εκπεφρασμένος στόχος της ΕΕ με ορίζοντα υλοποίησης το έτος 2050, είναι το να γίνει η πρώτη διακρατική ένωση στον κόσμο με μηδενικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Πολύ γενικά, η επίτευξη του συγκεκριμένου, φιλόδοξου στόχου προϋποθέτει τον περιορισμό στη συνολική κατανάλωση ενέργειας και την αύξηση του μεριδίου των Ανανεώσιμων Πηγών στο ενεργειακό μίγμα, σε καθένα από τα κράτη-μέλη της ΕΕ ξεχωριστά.

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, ήδη από το τέλος του 2019 η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με πρωτοβουλία του ίδιου του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, ψήφισε ως νόμο του ελληνικού κράτους το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Το νομοθέτημα αυτό είναι κυριολεκτικά ιστορικής σημασίας, καθώς εισάγει με πρωτοφανή για τα ελληνικά δεδομένα δυναμισμό, όλα τα περιβαλλοντικά θέματα, κατά έναν συνεκτικό, μεθοδικό αλλά και απολύτως ρεαλιστικό τρόπο. Επίσης, το ΕΣΕΚ σε πολλά και ουσιώδη σημεία του είναι πιο τολμηρό ακόμη και από αντίστοιχες προγραμματικές διακηρύξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Πρωταγωνιστικό ρόλο στο Στρατηγικό Σχέδιο της Ελληνικής Κυβέρνησης για την ενεργειακή μετάβαση είναι το πρόγραμμα απολιγνιτοποίησης, το οποίο προβλέπει τον οριστικό τερματισμό λειτουργίας όλων των ηλεκτροπαραγωγών μονάδων οι οποίες χρησιμοποιούν λιγνίτη ως πρώτη ύλη. Η προθεσμία που έχει τεθεί είναι το 2023, εξαιρουμένου του ηλεκτρικού εργοστασίου της Πτολεμαΐδας, για το οποίο προβλέπεται πως θα συνεχίσει να λειτουργεί έως το 2028.

Η διαδικασία απολιγνιτοποίησης συνδέεται άρρηκτα με την αύξηση του μεριδίου των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στο συνολικό ενεργειακό μίγμα της Ελλάδας. Σε σχέση με τη διάδοση των ΑΠΕ, οι βασικοί στόχοι που θα πρέπει να επιτευχθούν έως το 2030, όπως τους έχει θέσει η Ελληνική Κυβέρνηση, είναι οι εξής: Οι ΑΠΕ να αντιστοιχούν στο 35% της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας (ενώ το όριο στην ΕΕ είναι 32%), στο 60% της συνολικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, στο 40% της ενέργειας για θέρμανση και ψύξη. Οι ΑΠΕ θα πρέπει να αντιστοιχούν επίσης σε μερίδιο άνω του 14% στον τομέα των μεταφορών. Συναφώς, η μείωση της ενεργειακής δαπάνης στην Ελλάδα θα πρέπει να φτάσει στο 38% συγκριτικά με τις προβλέψεις του 2017 και η συνολική ελάττωση των αερίων θερμοκηπίου τουλάχιστον στο 40% σε σχέση με τα μεγέθη του 1990.

Το εγχείρημα της ενεργειακής μετάβασης είναι σύνθετο, δύσκολο και έχει κόστος. Σύμφωνα με το στρατηγικό σχέδιο της Κυβέρνησης, οι αναγκαίοι πόροι για την υλοποίησή του προέρχονται κυρίως -αλλά επ’ ουδενί όχι μόνο- από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας. Επιπλέον αυτών, υπάρχουν πλέον καινούργια χρηματικά εργαλεία, με πιο σημαντική την Πλατφόρμα Δίκαιης Μετάβασης (Just Transition Mechanism), η οποία υιοθετεί τις αρχές της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας (European Green Deal) και ολόκληρο το πακέτο μέτρων για το κλίμα. Περαιτέρω πηγή χρηματοδότησης είναι ο Μηχανισμός “Συνδέοντας την Ευρώπη”, ο οποίος υποστηρίζει την ανάπτυξη μεγάλων έργων υποδομής στον ενεργειακό κλάδο, σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Ωστόσο, οι συνέργειες με ιδιωτικούς φορείς και επιχειρήσεις αποτελούν μια αποτελεσματική επιλογή, κάτι που έχει ήδη δοκιμαστεί στην πράξη, πχ στην περίπτωση της συνεργασίας ανάμεσα στο ελληνικό δημόσιο και τη Volkswagen. H Κυβέρνηση, έχοντας ήδη φροντίσει να δημιουργηθεί στην Ελλάδα ένα περιβάλλον φιλικό προς τις επενδύσεις και υποστηρίζει καινοτόμα εγχειρήματα με αναπτυξιακό χαρακτήρα στη νησιωτική χώρα -ιδιαίτερα της λεγόμενης “άγονης γραμμής”. Ήδη εφαρμόζεται με μεγάλη επιτυχία το “Αστυπάλαια, ένα έξυπνο και βιώσιμο νησί”, ένα πρωτοποριακό πρόγραμμα, σε συνεργασία με τον Όμιλο Volkswagen. Με στόχο τη μετατροπή της Αστυπάλαιας στο πρώτο ευρωπαϊκό νησί-πρότυπο, όπου οι μεταφορές θα είναι έξυπνες, φιλικές προς τους κατοίκους και τους επισκέπτες, έχοντας ταυτόχρονα μηδενικό κλιματικό αποτύπωμα. Αντίστοιχες πρωτοβουλίες υλοποιούνται στην Τήλο και σε άλλα σημεία της ελληνικής επικράτειας. Αν η ενεργειακή μετάβαση είναι μονόδρομος, σε αυτόν η Ελλάδα κινείται ήδη με μεγάλη ταχύτητα.