Άρθρα

Νεο-λαϊκισμός & νέα κομματοκρατία

Διανύοντας τον τέταρτο μήνα διακυβέρνησης της χώρας από τον ιδιότυπο συνασπισμό ριζοσπαστικής αριστεράς και ακραίας λαϊκιστικής δεξιάς μπορούμε πλέον με σαφήνεια να διακρίνουμε αρκετά χαρακτηριστικά της νέας διακυβέρνησης σε επίπεδο φιλοσοφίας, νοοτροπίας και εφαρμογής.
Η νέα διακυβέρνηση στην ουσία δίνει μια μάχη οπισθοφυλακής για λογαριασμό της μεταπολίτευσης, των συντεχνιών και του κομματικού στρατού, την οποία μεταμφιέζει ως μια μάχη στο όνομα ενός δημοκρατικού νεο-λαϊκισμού. Ενός νεο-λαϊκισμού ο οποίος επιδιώκει την εγκαθίδρυση μιας διαστρεβλωμένης εννοιολογικά κοινωνικής δικαιοσύνης με αντάλλαγμα συνεχείς εκπτώσεις στη δημοκρατική λειτουργία των θεσμών και στις ατομικές ελευθερίες.

Το σχέδιο της νέας διακυβέρνησης έχει στον πυρήνα του την παλινόρθωση της κομματοκρατίας.

Η στελέχωση όλων των δημοσίων οργανισμών με αποκλειστικά κομματικά κριτήρια (με μόνες εξαιρέσεις τους συγγενικούς δεσμούς) είναι χαρακτηριστική αυτής της νοοτροπίας και αυτού του σχεδίου. Είμαστε μάρτυρες της χειρότερης αναβίωσης των πιστοποιητικών κοινωνικών φρονημάτων, έστω και από την ανάποδη. Από την άποψη αυτή η πρόσφατη ανάκριση του κ. Ταγματάρχη (ακόμη και οι συμβολισμοί μας παίζουν παιχνίδια), αναβιώνει άσχημες στιγμές της μετεμφυλιακής ιστορίας μας.

Δυστυχώς, η αξιακή κάθοδος αυτή συνοδεύεται από μια εκκωφαντική απουσία οποιουδήποτε σχεδίου για την απασχόληση και την ανάπτυξη. Μέσω ιδεοληψιών και εμμονών η νέα διακυβέρνηση δαιμονοποιεί τις μεταρρυθμίσεις, αρνείται τις αλλαγές και στοχοποιεί ως κοινωνικούς και εθνικούς προδότες όσους επιδιώκουν μια χειραφετημένη δημόσια διοίκηση, μια δυναμική εγχώρια αγορά και μια άνθιση της επιχειρηματικότητας.

Το έργο της νέας διακυβέρνησης χαρακτηρίζεται από προχειρότητα, ερασιτεχνισμό και κακοφωνία.

Ας δούμε τρία παραδείγματα: Πρώτον οι νομοθετικές της παρεμβάσεις για τις ρυθμίσεις των ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών. Χρειάστηκαν 4 νομοθετικές πρωτοβουλίες για να ολοκληρώσουν την ευκολότερη των παρεμβάσεων. Δεύτερον, ο Υπουργός δεν ρωτάει τις υπηρεσίες του και κάνει αντικοινοτικές προτάσεις στον ΦΠΑ. Τέλος, εισάγουμε με νομοσχέδιο την ενσωμάτωση της οδηγίας για τις διαταγές πληρωμής κατά του Δημοσίου, με μοναδικό σκοπό να μην βγει ποτέ καμία τέτοια διαταγή, κοροϊδεύοντας τους «κουτόφραγκους» πως συμμορφωνόμαστε.

Πέρα από την προχειρότητα και τον ερασιτεχνισμό, ο οποίος όμως καταδεικνύει μία υποτίμηση της σημασίας της δημοκρατικής λειτουργίας των θεσμών, η κυβέρνηση χαρακτηρίζεται από πλήρη αναντιστοιχία προεκλογικών λόγων και μετεκλογικών πράξεων. Ο ΣΥΡΙΖΑ διακήρυττε προεκλογικά ότι θα αντιμετωπίσει την ανθρωπιστική κρίση. Μετά τις εκλογές κατέληξε στην ελεημοσύνη των 200 εκ. Ευρώ, την ίδια ώρα που σπαταλούσε 500 εκ ευρώ για τον «εκσυγχρονισμό» αεροπλάνων 50 ετών. Πριν αναλάβει την κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ μιλούσε για χτύπημα στην παραπαιδεία, ενώ ως κυβέρνηση νομοθετεί στη βάση του ότι η αριστεία είναι ρετσινιά. Και οι αναντιστοιχίες συνεχίζονται από την καταγγελία και την εξεταστική για το PSI στο  αυτόβουλο κούρεμα των ομολόγων των ταμείων (υπόθεση ΕΤΕΑ που έτρεχε άρον άρον να μαζέψει ο αρμόδιος Υπουργός κ. Στρατούλης). Από την ελάφρυνση των αδύναμων στη διαγραφή εκατομμυρίων ευρώ φοροφυγάδων και μεγάλων οφειλετών. Από το τέλος της λιτότητας στις έκτακτες εισφορές, στην αύξηση του ΦΠΑ και στο τέλος διανυκτέρευσης. Από την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, στη διατήρησή του πρακτικά αυτούσιου.

Τα παραδείγματα είναι ενδεικτικά αλλά αντιπροσωπευτικά. Ακόμα χειρότερα όλα αυτά συμβαίνουν την στιγμή που οι παλινδρομήσεις και οι καθυστερήσεις στη διαπραγμάτευση με τους εταίρους έχουν παγώσει την αγορά, εξαλείψει τις επενδύσεις και νεκρώσει την εθνική οικονομία. Τα δημόσια ταμεία παραμένουν άδεια, υπάρχει νέο κύμα πτωχεύσεων και αύξηση της ανεργίας.  Οι διαδικασίες αυτές, δεν κάνουν πάντα τον πάταγο του Πεντελικό και της On Telecoms. Όμως, καθώς είναι πάντοτε χρονοβόρες, θα επηρεάσουν την Ελληνική οικονομία για πολλούς ακόμη μήνες στο μέλλον.

Η χώρα αντιμετωπίζει μια παράλυση του κρατικού μηχανισμού και της εθνικής οικονομίας, τις οποίες η κυβέρνηση ονομάζει αντίσταση και σκληρή διαπραγμάτευση. Αντίσταση όμως γίνεται μέσω της ανάπτυξης, της δημιουργίας θέσεων εργασίας, της επιχειρηματικότητας και των εισροών επενδύσεων. Διαπραγμάτευση αποτελεί η διεκδίκηση χαμηλότερων πρωτογενών πλεονασμάτων με αντάλλαγμα μεταρρυθμίσεις στο κράτος, τους θεσμούς και της αγορές προϊόντων και υπηρεσιών.

Πρόκειται για μια κυβέρνηση «καρικατούρα δημοσίου υπαλλήλου»: ασχολείται με την διαδικασία, ενώ ξεχνάει το αποτέλεσμα. Όσο διατυμπανίζει πως δεν θα πάρει υφεσιακά μέτρα, έχει ήδη με την αναποφασιστικότητα και την εμμονή της σε αντιπολιτευτικά συνθήματα αντί της στιβαρής διακυβέρνησης, προκαλέσει την ύφεση που ξορκίζει.

Μια κυβέρνηση τόσο εθισμένη στο ψεύδος, που δεν το ξεχωρίζει πια από την αλήθεια.