Άρθρα

Αγωνία πριν από… το πέναλτι – Άρθρο στο Βήμα της Κυριακής

Δεν προκαλεί πλέον έκπληξη η αγωνιώδης προσπάθεια του κυβερνητικού επιτελείου να πείσει εσωτερικό και  διεθνές ακροατήριο για τη στροφή προς τον οικονομικό ρεαλισμό. Η ΔΕΘ από τη μια και η επίσκεψη στις ΗΠΑ από την άλλη,  σκοπό είχαν να σηματοδοτήσουν υπευθυνότητα στη δημοσιονομική διαχείριση και   φιλικότητα προς τις επενδύσεις.

 

Όμως το μεγάλο έλλειμμα αυτής της κυβέρνησης παραμένει διαχρονικά το έλλειμμα εμπιστοσύνης.

Για το  2017  η κυβέρνηση έχει προβλέψει ανάπτυξη 2,7%. Στο εξάμηνο ήταν μόλις 0,5%. Επομένως οι  προβλέψεις για το σύνολο του έτους στο 1,8%  φαντάζουν μάλλον εξωπραγματικές.

 

Οι  συνεχείς αυτές διαψεύσεις  στις μακροοικονομικές προβλέψεις  καθιστούν επιτακτική ανάγκη τη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης  προς  επενδυτές,  καταναλωτές και φορολογούμενους.

 

Ωστόσο οι χρονοβόρες διαδικασίες στην αποκλιμάκωση των κόκκινων δανείων, το σίριαλ των καθυστερήσεων της τρίτης αξιολόγησης και η σύνδεσή της με το θέμα του χρέους καθώς και  οι εξελίξεις στην εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2017 συντηρούν τους υψηλούς κινδύνους γύρω από την οικονομία.

 

Το δημοσιονομικό είχε φύγει από τα φώτα της δημοσιότητας. Το υπερδιαφημισμένο υπερπλεόνασμα φαίνεται  πως εκπυρσοκροτεί και επαναφέρει το δημοσιονομικό ως βασικό παράγοντα κινδύνου για την  οικονομία. Από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του 2016 είχα επισημάνει πως η δημοσιονομική υπεραπόδοση εξαντλούσε τις τελευταίες φοροδοτικές δυνάμεις δίνοντας  λανθασμένο σήμα στον ξένο παράγοντα πως τα υψηλά πλεονάσματα ήταν εφικτά.

 

Το τελευταίο τρίμηνο, εν μέσω τουριστικής περιόδου, η εικόνα υστέρησης στα άμεσα φορολογικά έσοδα παγιώνεται. Στον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων Ιούνιος, Ιούλιος και Αύγουστος παρουσίασαν απόκλιση  9,3%, 15,1% και 17,4% σε μηνιαία βάση. Στα νομικά πρόσωπα Ιούλιος και Αύγουστος παρουσίασαν επίσης διψήφιες αποκλίσεις, 18,3% και 12%.

 

Οι υψηλοί φορολογικοί και ασφαλιστικοί συντελεστές πλήττουν την ικανότητα εξυπηρέτησης, αυξάνουν τη φοροδιαφυγή και αποτελούν τροχοπέδη στην αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας.

 

Η θερινή περίοδος συνοδεύτηκε από έναν εκρηκτικό ρυθμό αύξησης των νέων ληξιπροθέσμων χρεών. Από 4,7 δις ευρώ τον Μάϊο έφθασαν τα 8,5 δις ευρώ τον Αύγουστο. Η αδυναμία πληρωμής και η φορολογική εξάντληση νοικοκυριών και επιχειρήσεων είναι εμφανής.

 

Τα έσοδα του 2017 λόγω πρόσθετων εισπράξεων από αποκρατικοποιήσεις, φόρων παρελθόντων ετών αλλά και της αύξησης του ΑΕΠ, θα έπρεπε να είναι κατά 1 δις ευρώ  υψηλότερα. Αυτή η υστέρηση υπονοεί αύξηση της φοροδιαφυγής και θα αποτυπωθεί στα μεγέθη του φορολογικού κενού.

 

Εξάλλου οι υψηλές επιστροφές συνδέονται  με το προηγούμενο, όπως και με το γεγονός πως τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα μειώνονται υπό το βάρος φόρων και εισφορών. Από 6,3 δις ευρώ στα εισοδήματα του 2013, είχε φθάσει στα 5,9 δις ευρώ το 2015. Η ραγδαία αύξηση των εισφορών σηματοδοτεί ακόμα μεγαλύτερη μείωση στα εισοδήματα του 2016. Είναι χαρακτηριστικό για το εύρος της υστέρησης το γεγονός πως οι πραγματοποιηθείσες επιστροφές έχουν ήδη ανέλθει στα 4 δις ευρώ τη στιγμή που για όλο το έτος είχαν προϋπολογισθεί σε 3,3 δις ευρώ. Αυτή, λοιπόν, η ραγδαία μείωση των εισοδημάτων μεταφράζεται σε αυξημένους συμψηφισμούς και τελικά σε αυξημένες επιστροφές προκαταβολών. Το πρόβλημα με τις επιστροφές φόρου θα μεταφερθεί από τον Δεκέμβρη και στους συμψηφισμούς των εισφορών ανατρέποντας τη θετική πορεία των μεγεθών του κοινωνικού προϋπολογισμού.  

 

Η εικόνα αμβλύνεται από το γεγονός πως οι έμμεσοι φόροι εμφανίζονται κοντά στις προβλέψεις και από τον ετεροχρονισμό της πρώτης δόσης του ΕΝΦΙΑ ύψους 1,02 δις ευρώ.

 

Συνολικά στο μέτωπο των εσόδων του τακτικού προϋπολογισμού, στο τρίμηνο Ιουλίου – Σεπτεμβρίου η υστέρηση ήταν σταθερά διψήφια σε μηνιαία βάση (-13,3%, -21,3%, -10,5%), γεγονός που συντηρεί την υψηλή αβεβαιότητα γύρω από τις δημοσιονομικές επιδόσεις.

 

Μπροστά στον κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού η κυβέρνηση πατάει φρένο και στις δαπάνες, μειώνοντας σε μηνιαία βάση κατά 10,6% τις τακτικές δαπάνες και κατά 51% αυτές του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων μόνο τον Σεπτέμβριο. Είναι χαρακτηριστική η συγκράτηση στις επιχορηγήσεις των νοσοκομείων, όπου στο οκτάμηνο είχε διατεθεί μόλις το 31,1% του σχετικού κονδυλίου, όπως και στο κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης με διάθεση του 39,6% του αντίστοιχου ετήσιου ποσού. Η εξοικονόμηση αυτή των 411 εκατ. ευρώ και 203 εκατ. ευρώ εξασφαλίζεται εις βάρος των δύο υποτιθέμενων ζητούμενων της κυβερνητικής πολιτικής, του κοινωνικού κράτους και των επενδύσεων.

 

Παρόλο που ο στόχος του πλεονάσματος δε θα κινδυνεύσει το 2017, σε μια κοινωνία με 3,8 εκατ. πολίτες στα όρια της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και σε μια οικονομία που η ανάκαμψή της βασίζεται σε εξωπραγματικούς ρυθμούς επενδύσεων κοντά στο 10%, οι σπασμωδικές επιλογές της κυβέρνησης στη συγκράτηση των δαπανών ρίχνουν  λάδι στη φωτιά της ύφεσης και της κοινωνικής κρίσης.

 

Τα δε φαινόμενα εξάντλησης των άμεσων φορολογικών εσόδων προμηνύουν ένα ιδιαίτερα προκλητικό και δύσκολο 2018, όπου ακόμα και οι αισιόδοξες προβλέψεις της κυβέρνησης δημιουργούν ένα εξαιρετικά μικρό «μαξιλάρι» της τάξεως του 0,1% του ΑΕΠ στο πρωτογενές πλεόνασμα.

 

Το χειρότερο όλων είναι πως οι δημοσιονομικές επιδόσεις και οι συνακόλουθοι διαχειριστικοί ακροβατισμοί της κυβέρνησης κάθε άλλο παρά υπηρετούν την αφήγηση περί εμπιστοσύνης. Εμπιστοσύνης που είναι απαραίτητη αν θέλουμε να έχουμε επενδύσεις και δουλειές.