Άρθρα

Άρθρο Χ. Θεοχάρη στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ”

Ο ανεξάρτητος βουλευτής Χάρης Θεοχάρης εξηγεί πώς η κοινωνική πολιτική μετονομάστηκε σε μέρισμα, πώς η μείωσή της καταγράφηκε στον προϋπολογισμό του 2018 και πώς τα πράγματα ίσως ήταν διαφορετικά αν στην ελληνική πολιτική γεωγραφία υπήρχε αυθύπαρκτο πολιτικό Κέντρο
Παλιότερα, υπήρχε το πλάνο των δυόμισι εργοδοτών. Εβρισκες μια δουλειά, έπαιρνες τρεις προαγωγές, άλλαζες δουλειά, έπαιρνες δύο προαγωγές, άλλαζες δουλειά, έπαιρνες μία προαγωγή και μετά σύνταξη. Αυτό πια δεν υπάρχει, δεν υπάρχει κανένα πλάνο. Μπορεί να αλλάξεις και δέκα και δεκαπέντε δουλειές, τη μια είσαι part-time, μεγαλώνεις τα παιδιά σου, γίνεσαι ελεύθερος επαγγελματίας – προσπαθούμε στα δικαστήρια να βρούμε τα όρια μεταξύ freelancer και μισθωτού υπαλλήλου. Γι’ αυτό θεωρώ, μεταξύ άλλων, πως επιβάλλεται να ξανασκεφτούμε τι σημαίνει κοινωνικό κράτος τον 21ο αιώνα.
Το πλεόνασμα που ανακοινώθηκε δεν ήταν πλασματικό – ή, μάλλον, ήταν φτιαγμένο με τον ίδιο τρόπο που φτιάχνονταν και τα προηγούμενα χρόνια. Αυτό που δεν μπόρεσα να καταλάβω στη στάση όλων των κομμάτων είναι διπλό. Το πρώτο είναι ότι συνεχίζουν να λένε πως το υπερπλεόνασμα το δημιούργησε η υπερφορολόγηση. Αυτό δεν ισχύει. Τα έσοδα ήταν μειωμένα από τους στόχους και τα έξοδα ακόμα περισσότερο. Το δεύτερο είναι ότι κανείς δεν εξετάζει ποια ήταν τα έξοδα. Εκεί θα δούμε ότι πάνω-κάτω κόπηκαν ή κρατήθηκαν σταθερά τα λειτουργικά έξοδα του Δημοσίου – παρότι θα έπρεπε να αυξηθούν λόγω της αύξησης του ΑΕΠ –, αυξήθηκαν οι μισθολογικές δαπάνες, μειώθηκαν οι επενδύσεις και ουσιαστικά δεν υλοποιήθηκε η κοινωνική πολιτική. Η κυβέρνηση δεν υλοποίησε κοινωνική πολιτική, έδωσε μέρισμα και παγιοποίησε τη μη υλοποίηση στον προϋπολογισμό του 2018, ο οποίος περιλαμβάνει επιπλέον μείωσή της κατά 1,6 δισ., δηλαδή τη στήριξη των ΑμεΑ, των φτωχών και των νέων. Από την αδυναμία τους να την υλοποιήσουν, την έκαναν φιλοδώρημα και την έγραψαν και στον προϋπολογισμό, κόβοντας τα κονδύλια.
Η κυβέρνηση είχε βάλει στην μπάντα 100 εκατ. για να στηρίξει οικογένειες σε ανέχεια, τώρα που ξεκινούν οι πλειστηριασμοί, για να μην τους πάρουν τα σπίτια. Τελικά δεν το έκαναν, άφησαν τους πολίτες έρμαια στους πλειστηριασμούς, πήραν τα 100 εκατ. και τα έδωσαν μέρισμα – ένα μέρισμα ελεημοσύνης, όχι αλληλεγγύης και επιβράβευσης. Γι’ αυτό πρότεινα κάποια χρήματα να δοθούν με κριτήρια, όπως κάνει η κυβέρνηση, σε χαμηλότερα εισοδήματα, κάποια χρήματα να δοθούν πίσω στο ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα και ένα άλλο ποσό να δοθεί για να πληρωθούν δικαστικές αποφάσεις – έχουμε εκπαιδευτικούς και ενστόλους που έχουν κερδίσει στα δικαστήρια δίκες για παράνομες κρατήσεις. Και, τέλος, είχα προτείνει να δώσουμε μια δόση στεγαστικού δανείου σε αυτούς που συνέχισαν με αιματηρές προσπάθειες να πληρώνουν το δάνειό τους μέσα στην κρίση και συνέβαλαν στο να διατηρηθούν οι τράπεζες όρθιες. Εστω για μια φορά, το ελληνικό Δημόσιο θα έπρεπε να τους το αναγνωρίσει.
Το πρόβλημα στο πολιτικό σύστημα είναι δομικό, είναι θέμα πολιτικής γεωγραφίας. Εγώ θεωρώ πως ανήκω στο Κέντρο και, εμείς οι κεντρώοι, έχουμε κάποια χαρακτηριστικά. Στον 20ό αιώνα το Κέντρο έχει παίξει τον ρόλο του υποστρώματος και ο καθένας έβαζε ή την αριστερή ή τη δεξιά πινελιά του και έδινε το τελικό χαρακτηριστικό – όμως το Κέντρο δεν υπήρχε αυθύπαρκτο, όπως, για παράδειγμα, έγινε με τις συνθέσεις του Μπλερ ή του Σρέντερ, που σε έναν βαθμό έδωσαν αποτελέσματα. Ενα μείγμα, δηλαδή, από φιλελεύθερες πρακτικές, έτσι ώστε να παραχθεί πλούτος, και σοσιαλδημοκρατικές πινελιές για να μπορέσουν να στηριχθούν αυτοί στων οποίων την πλάτη παράγεται ο πλούτος. Στη χώρα μας αυτός ο συνδυασμός υπήρξε παρά μόνο ως εξαίρεση.
Το Κέντρο χρειάζεται όμως για να το αξιοποιήσεις, πρέπει να αποδεχθείς ότι υπάρχει και μια άλλη γεωμετρία. Ενα τρικομματικό σύστημα, απαραίτητο και για λόγους κοινωνικής συνοχής, αλλά και για λόγους πρακτικούς – ήταν απαραίτητο, για παράδειγμα, λίγα χρόνια πριν, όταν η ασυνεννοησία των πολιτικών δυνάμεων έφερε τη χώρα στο χείλος της καταστροφής.
Είμαι αισιόδοξος από τη φύση μου. Εκτιμώ όμως πως τα πράγματα για το πολιτικό Κέντρο έγιναν λίγο δυσκολότερα. Οταν δημιουργήθηκε Το Ποτάμι, η αισιοδοξία ήταν μεγαλύτερη. Πλέον, η έννοια της Κεντροαριστεράς φαίνεται πως έχει το πάνω χέρι – τουλάχιστον για την ώρα. Προσωπικά, διαφώνησα με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε στον νέο φορέα από την αρχή, διότι χρησιμοποιούν την ενότητα ως άμυνα. Ομως η ανάγκη για ενότητα δεν φτάνει, πρέπει να έχει περιεχόμενο. Προσωπικά, πιστεύω ότι το Κέντρο από την Κεντροαριστερά είναι δύο έννοιες αρκετά διαφορετικές.
Νομίζω πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης κάνει μια προσπάθεια ανανέωσης. Δεν είμαι σίγουρος ότι έχει δείξει ακόμα αυτά που είναι αναγκαία. Δεν ξέρω πώς λειτουργεί εσωτερικά η ΝΔ – θα κριθεί το επόμενο διάστημα αν τελικά μπορεί να φέρει ανανέωση. Οπως λέω για τον εαυτό μου ότι είμαι κεντρώος, το ίδιο θεωρώ και για τον Κυριάκο. Υπό αυτή την έννοια θα μπορούσα, υπό προϋποθέσεις, να δω τον εαυτό μου σε ένα σχήμα υπό την ηγεσία του. Μπορώ να βρω ανθρώπους με τους οποίους μπορώ να συνεννοηθώ σε όλα τα κόμματα – και στη ΝΔ και στο Κίνημα Αλλαγής και στον ΣΥΡΙΖΑ. Μιλάω καθημερινά στη Βουλή και βλέπω δογματικούς, αλλά και ανοιχτούς ανθρώπους και στις τρεις περιπτώσεις, οι οποίοι αναγνωρίζουν τα λάθη και τις ευθύνες που είτε οι ίδιοι είτε οι κομματικοί τους φορείς είχαν στην ιστορική διάρκεια της Μεταπολίτευσης, άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο.