Η αμαρτωλή ιστορία του ΕΝΦΙΑ
Ο ΕΝΦΙΑ είναι μια ιστορία που πονάει όλη την ελληνική κοινωνία. Για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Βρισκόμαστε ήδη στη δεύτερη αποστολή του φόρου -που ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταργούσε γιατί δεν αναμορφωνόταν- και θα άξιζε μια αναδρομή στο πώς φτάσαμε εδώ, αλλά και κάποιες σκέψεις για το πώς μπορούμε να κινηθούμε στο μέλλον.
Η Ελλάδα δεν είχε ποτέ φόρο ακινήτων. Ο ΦΑΠ στις διάφορες εκφάνσεις του ήταν φόρος περιουσίας. Άθροιζε δηλαδή την «αντικειμενική» αξία όλων των ακινήτων για να βγάλει ένα ύψος ακίνητης περιουσίας και να προχωρήσει στη φορολόγησή της.
Να διευκρινίσουμε ότι ο φόρος ακινήτων επιβάλλεται σε κάθε ένα ακίνητο ξεχωριστά και έχει αρκετά πλεονεκτήματα σε σχέση με το φόρο περιουσίας.
Πρώτον, είναι αναπτυξιακός γιατί είναι συγκεκριμένος και σταθερός για κάθε ακίνητο και δεν επηρεάζεται από τη συνολική περιουσία του ιδιοκτήτη. Επομένως, ο προγραμματισμός κάποιου επενδυτή μπορεί να είναι μακροπρόθεσμος.
Δεύτερον, δε μπορεί να αλλάξει από ενέργειες του ιδιοκτήτη, όπως ο φόρος περιουσίας. Η μεταβίβαση ποσοστών ώστε να σπάσει η περιουσία, μειώνει την επιβάρυνση και άρα τα έσοδα του κράτους. Κατά συνέπεια, ο προγραμματισμός των κρατικών εσόδων είναι πιο σταθερός.
Τρίτον, μπορεί να μεταφερθεί αυτούσιος στην τοπική αυτοδιοίκηση, βελτιώνοντας την αυτοτέλεια και τη λογοδοσία των δήμων, εμβαθύνοντας δηλαδή τη δημοκρατία σε τοπικό επίπεδο.
Τέταρτον, δε χρειάζεται να στηρίζεται στις αντικειμενικές αξίες καθώς δεν αθροίζει την «αξία» όλων των περιουσιακών στοιχείων μαζί. Αυτό μειώνει πάρα πολύ την πολυπλοκότητα του φόρου.
Τέλος, ο φόρος ακινήτων από τη φύση του, αλλά και η μεταφορά του στους δήμους όπου θα χρηματοδοτήσει κατά τεκμήριο ανταποδοτικές υπηρεσίες, αλλάζουν τη δικαιολογητική βάση της φορολόγησης, απαντώντας σε όσους πιστεύουν πως η περιουσία δε θα έπρεπε να φορολογηθεί καθώς είναι ήδη φορολογημένη ως εισόδημα.
Πώς φθάσαμε όμως στον ΕΝΦΙΑ;
Η χώρα μας αναγκάστηκε να θεσπίσει φόρο ακινήτων με το ΕΕΤΗΔΕ, το λεγόμενο και χαράτσι. Όταν έφτασε η ώρα για την αλλαγή του φόρου σε κάτι πιο μόνιμο, ο τότε Υπουργός Οικονομικών όρισε μια διακομματική επιτροπή υπό τον Υφυπουργό Οικονομικών αρμόδιο για θέματα φορολογίας για να φέρει ισοδύναμο με το χαράτσι φόρο, υπολογιζόμενο σε ύψος εισπράξεων περίπου €2,7 με €2,8 δις.
Η επιτροπή αυτή ήταν δυσλειτουργική από την αρχή. Περισσότερο την απασχολούσε το τι θα πουν τα κόμματα της συγκυβέρνησης στα ΜΜΕ παρά η ουσία του ζητήματος, και όταν έβγαλε πόρισμα, το ύψος του φόρου αντίθετα με το τι εντολές είχε πάρει, ήταν περίπου 1 δις.
Ο Υπουργός Οικονομικών δε μπορούσε να διαπραγματευτεί μια τόσο μεγάλη μείωση φόρου σε σχέση με τα συμφωνηθέντα. Για το λόγο αυτό ζήτησε από σύμβουλό του να ετοιμάσει εκτάκτως ένα σχέδιο για το νέο φόρο. Το σχέδιό αυτό -που ονομάστηκε ΕΝΦΑ -ήταν κατά βάση ένας φόρος ακινήτων βελτιώνοντας τις παραμέτρους του χαρατσιού (που με κάποια μείωση είχε εν τω μεταξύ μετονομαστεί σε ΕΕΤΑ).
Όταν το σχέδιο αυτό δόθηκε στις κοινοβουλευτικές ομάδες άρχισαν οι αντιδράσεις. «Η κόλαση του Δάνη» ήταν ο χαρακτηριστικός τίτλος εφημερίδας της εποχής για τη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας της ΝΔ και το ρόλο του γνωστού βουλευτή με τη στεντόρεια φωνή. Το αποτέλεσα; Το μεν ΠΑΣΟΚ δεν αποδέχτηκε τη μετατροπή του φόρου περιουσίας σε φόρο ακινήτων και απαίτησε την εισαγωγή περιουσιακού κριτηρίου, η δε ΝΔ απαίτησε να μειωθεί η επιβάρυνση στα γεωργικά κτίσματα γιατί θα πλήρωναν υπέρμετρα «τα μαντριά».
Οι δύο κοινοβουλευτικές ομάδες πήραν τον ΕΝΦΑ και τον μετέτρεψαν σε ΕΝΦΙΑ. Προστέθηκε ο συμπληρωματικός φόρος, ένας φόρος περιουσίας. Έτσι προήλθε η παγκόσμια πρωτοτυπία του ΕΝΦΙΑ: δύο φόροι σε έναν. Ο κύριος είναι φόρος ακινήτων και ο συμπληρωματικός είναι φόρος περιουσίας. Επιπλέον, τα γεωργικά κτίσματα απαλλάχθηκαν με μεγάλο μέρος του ποσού να πηγαίνει στη φορολόγηση των εκτός σχεδίου ακινήτων των χωριών. Αυτό δημιούργησε πολλά προβλήματα στους ίδιους κατά βάση ανθρώπους και το πλήρωσε η τότε κυβέρνηση ακριβά. Τέλος, το συνολικό προσδοκώμενο έσοδο μειώθηκε μονομερώς στα 2,3 με 2,4 δις ενάντια στις ενστάσεις των δανειστών.
Και μέσα από αυτή τη διαδικασία φτάσαμε στο φόρο που όλοι μισούμε αλλά δε φαίνεται και να βρισκόμαστε κοντά στην κατάργησή του.
Έναν φόρο επιζήμιο καθώς ισοπέδωσε τις διαφορές μεταξύ αστικών και ριζοσπαστικών κομμάτων. Έδωσε την εντύπωση πως όλοι είναι ίδιοι, καθώς ο μόνιμος εκφοβισμός «θα μας πάρουν τα σπίτια μας» έδωσε τη θέση του στο «μας τα πήραν ήδη τα σπίτια μας» αφού ο ΕΝΦΙΑ αντιμετωπίστηκε ως δήμευση.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως ο ΕΝΦΙΑ είναι λανθασμένος φόρος. Δεν είναι ο μεγαλύτερος φόρος στις χώρες του Ο.Ο.Σ.Α, καθώς βεβαιώνει 1,95% του ΑΕΠ ενώ η πρωταθλήτρια Μεγάλη Βρετανία φτάνει στο 4,4% του ΑΕΠ! Το πρόβλημα όμως είναι πως ο φόρος στα ακίνητα στη χώρα μας, αυξήθηκε πάρα πολύ γρήγορα και εν μέσω κρίσης στην αγορά ακινήτων, κρίση την οποία επιτάχυνε και εμβάθυνε.
Η Δημοκρατική Ευθύνη, προσπαθεί πάντα να προτείνει ρεαλιστικές πολιτικές, λαμβάνοντας υπόψη τις εκάστοτε συνθήκες. Ένα ρεαλιστικό σχέδιο σήμερα θα σήμαινε:
- Πάγωμα του συμπληρωματικού φόρου ή έστω μετατροπή του σε πιστωτικό ποσό που συμψηφίζεται με μελλοντικούς φόρους μεταβίβασης.
- Αλλαγή της φορολογικής βάσης του κύριου φόρου ώστε η φορολόγηση να στηρίζεται στο υπαρκτό ή τεκμαρτό ενοίκιο που κάθε ακίνητο μπορεί να φέρει.
- Μείωση του συνολικού ύψους του φόρου σε ποσοστό 15%-20%.
- Επιτάχυνση ολοκλήρωσης του κτηματολογίου ώστε να χρησιμοποιηθεί αντί άλλων εντύπων δήλωσης και να οδηγήσει σε πληρέστερη και ακριβέστερη φορολόγηση.
- Έναρξη προγράμματος αξιολόγησης όλων των εμπορικών ακινήτων ώστε να καταφέρουμε να αποκτήσουμε ορθές αντικειμενικές αξίες.
Η μείωση των εσόδων μπορεί να αντιμετωπιστεί με ένα ευρύ πρόγραμμα μείωσης σπατάλης. Το πρόγραμμα μπορεί να έχει κεντρικά σχεδιασμένο μέρος, καθώς μόνο από τις προμήθειες του δημοσίου μπορούμε να εξοικονομήσουμε €4δις ετησίως, αλλά πρέπει να πλαισιώνεται και από ένα πρόγραμμα ενεργοποίησης ιδεών των ίδιων των δημοσίων υπαλλήλων με κίνητρο την επανεπένδυση μέρους των ωφελειών στους ίδιους για εκπαίδευση και υλικοτεχνικό εξοπλισμό.
Είναι καιρός να ξεπεράσουμε τα λάθη που μας έφεραν τον ΕΝΦΙΑ και να μην αφήσουμε τις πληγές που δημιούργησε ανοικτές για μεγαλύτερο ακόμα διάστημα.
Το μέλλον χαρίζεται μόνο σε όσους ξεπερνούν το παρελθόν και τολμούν.