Θέλουμε ή όχι το ΔΝΤ;
Η κυβέρνηση δείχνει χαμένη παρακολουθώντας τη συζήτηση για το εάν το ΔΝΤ θα εμπλακεί στη συμφωνία με ενεργό (χρηματοδοτικό) ρόλο ή θα παραμείνει σε έναν ρόλο συμβουλευτικό και αναγκαστικά πιο παθητικό. Πώς φτάσαμε εδώ; Και τι σημασία έχει η μία ή η άλλη προοπτική;
Πρώτον, ο ρόλος του ΔΝΤ δεν άλλαξε καθ’ όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. Η αυταπάτη της κυβέρνησης πως κατήγαγε νίκη με το να καθυστερήσει την είσοδο του ΔΝΤ στο πρόγραμμα αποκαλύπτει τώρα την παγίδα που έκρυβε. Το ΔΝΤ επιμένει στα δύσκολα μέτρα, μόνο που τώρα η κυβέρνηση είναι σαφώς πιο αποδυναμωμένη και οι εκλογές σαφώς εγγύτερα από τότε. Με λίγα λόγια, το ποτήρι του κ. Τσίπρα είναι πολύ πιο πικρό.
Δεύτερον, το ΔΝΤ δίνει εγγυήσεις «αυστηρότητας» στα γεράκια της Ε.Ε. Τις χώρες εκείνες που δεν πιστεύουν ότι η Κομισιόν έχει τη δύναμη να επιβάλει τους όρους τους. Συνεπώς, όπως μας εξήγησε ο κ. Σόιμπλε, θα απαιτήσουν αυστηρότερα μέτρα ως αντιστάθμισμα της εξόδου του.
Τρίτον, στην περίπτωση που δεν μπει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα εγείρονται ζητήματα που ευτελίζουν την πατρίδα μας, όπως ο απευθείας έλεγχος από το γερμανικό Κοινοβούλιο. Κάτι που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό και θέτει άμεσο ζήτημα εθνικής κυριαρχίας.
Τέταρτον, το ΔΝΤ θα πρέπει να αντικατασταθεί από τον ΕΜΣ. Σε αυτή την περίπτωση η άμεση επιρροή των ΗΠΑ στο ελληνικό ζήτημα δεν θα υφίσταται πλέον και θα αντικατασταθεί με την πλήρη μονοκρατορία της Γερμανίας, η οποία θα ελέγχει το Eurogroup και τον ΕΜΣ και θα επηρεάζει καθοριστικά την ΕΚΤ.
Πέμπτον, η είσοδος του ΔΝΤ με τη δεύτερη αξιολόγηση έχει την υπογραφή του Ελληνα πρωθυπουργού. Είναι ρητή στην υπογραφή της περσινής συμφωνίας και δεν θα έπρεπε να μας αιφνιδιάζει.
Εκτον, νέες διαπραγματεύσεις θα πάρουν πολύ χρόνο -πολύ περισσότερο από όσο μπορούμε να αντέξουμε δημοσιονομικά- εκτός και αν η κυβέρνηση δείξει πλήρη «προθυμία» στην αποδοχή όλων των αιτημάτων των Ευρωπαίων.
Εβδομον, μόλις ξεκινήσουμε τις διαπραγματεύσεις η γερμανική πλευρά θα θέσει τα ίδια θέματα που έθεσε τον Ιούλιο του ‘15. Το Ταμείο να πάει στο Λουξεμβούργο, το σχέδιο για τις πενταετείς «διακοπές» από το ευρώ και την προσωρινή επιστροφή στη δραχμή, με αντάλλαγμα ανθρωπιστική βοήθεια από τους Ευρωπαίους κτλ.
Ο πρωθυπουργός, στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα αποτρέψει όσα απέτρεψε και τότε και θα αποδεχτεί όλα τα μέτρα που τώρα θεωρεί απαράδεκτα.
Είναι φανερός ο ερασιτεχνισμός της διαπραγματευτικής τακτικής -ούτε καν στρατηγικής- της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση, αντί να αποδεχτεί αυτά που η ίδια συμφώνησε και να αντιμετωπίσει συμφέροντα και ιδεοληψίες στο εσωτερικό για να απαιτήσει -σε δεύτερο χρόνο- ουσιώδεις αλλαγές προς όφελος της βιωσιμότητας των οικονομικών της χώρας και της εμπέδωσης της ανάπτυξης, αναλώνεται σε ανούσιες και βλαπτικές επιδιώξεις.
Χάνουμε κεφάλαιο -όπως το χάσαμε πέρσι- για τη μετονομασία της τρόικας σε θεσμούς. Η χώρα υποθηκεύτηκε για εκατό χρόνια. Με συντονισμένες ενέργειες μπορούμε να ελπίζουμε πως θα μειώσουμε τον χρόνο αυτό στο μισό. Αντί γι’ αυτό, βλέπουμε σκιαμαχίες περί ισοδυνάμων που δεν οδηγούν πουθενά.
Ας το καταλάβουν όλοι πριν να είναι πολύ αργά.