Άρθρο στην Εφ.Συν.
Το 2000 σε 10 από τις 15 κυβερνήσεις χωρών της Ε.Ε. συμμετείχαν Σοσιαλδημοκράτες ή Σοσιαλιστές. 17 χρόνια αργότερα ο αντίστοιχος αριθμός είναι μόλις 6 μεταξύ 28 κυβερνήσεων και μάλιστα μόνο σε περιφερειακές χώρες. Το άλλοτε καύχημα της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, το SPD, ίσως το καλύτερα οργανωμένο σοσιαλιστικό κόμμα της Ευρώπης- σημείωσε ιστορικό χαμηλό και έπειτα από 3 θητείες των Χριστιανοδημοκρατών. Αναρωτιέται κανείς εύλογα: η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία έχει απολέσει οριστικά και αμετάκλητα την «αίγλη» του παρελθόντος; Οδηγείται σε αργό θάνατο;
Και στην Ελλάδα τι συμβαίνει; Ολη αυτή η συζήτηση για την Κεντροαριστερά μπορεί να οδηγήσει στην επανασύσταση του χώρου ή είναι ένας ακόμη μύθος, από αυτούς που μας αρέσουν να δημιουργούμε; Η μεταπολιτευτική Ελλάδα σημαδεύτηκε από την ιδεολογική κυριαρχία του Κέντρου. Το κοινωνικό κράτος, ο εκσυγχρονισμός της χώρας, η εμπέδωση της Δημοκρατίας είναι συνδεδεμένα με αυτό που συνηθίσαμε να αποκαλούμε Δημοκρατική Παράταξη.
Τίποτε όμως δεν είναι ίδιο με τη δεκαετία του ’80, του ’90, του 2000. Και σίγουρα δεν αρκεί μια διαδικασία για να κερδίσει το Κέντρο τους χαμένους του ψηφοφόρους.
Αναρωτιέται κανείς: θα καταφέρει να κινητοποιήσει δυνάμεις που έχουν αποστασιοποιηθεί από την πολιτική; Θα πετύχει να ενεργοποιήσει τους νέους ανθρώπους να μπουν στο πολιτικό παιχνίδι ή θα αφορά το γερασμένο κοινό που βλέπουμε συνήθως τα τελευταία χρόνια; Σε ποια πολιτική κατεύθυνση θα κινηθεί το εγχείρημα; Θα έχουν λόγο μετά την εκλογή οι συνυποψήφιοι ή ο νέος αρχηγός θα πάρει λευκή επιταγή;
Και, τελικά, πόση αξία έχουν όλα αυτά για τους πολίτες;
Μήπως το ζητούμενο είναι ρεαλιστικές και πειστικές λύσεις στα προβλήματα της καθημερινότητας του πολίτη χωρίς ταμπέλες αριστερές ή δεξιές; Μήπως οι πολιτικοί έχουμε εγκλωβιστεί στην ανακύκλωση ξεπερασμένων διλημμάτων και ερωτημάτων που δεν απασχολούν κανέναν εκεί έξω; Μετά από 8 χρόνια μνημονίων οι πολίτες βάζουν πολύ ψηλότερα τον πήχη.
Το πολιτικό σύστημα χρειάζεται πολύ περισσότερα:
1 . Ανανέωση. Και αυτή δεν επιτυγχάνεται με απλή αλλαγή αρχηγού, αλλά με το δόσιμο της ηγεσίας συνολικά σε μια νεότερη γενιά.
2. Συνεννόηση. Μόνο το σπάσιμο του δικομματισμού και η μετάβαση σε ένα τρικομματικό σύστημα μπορεί να δημιουργήσει τις συναινέσεις που είναι σήμερα αναγκαίες.
3. Αποτελεσματικότητα. Αυτή θα έρθει με την παραγωγή ενός νέου οράματος και την άρθρωση ρεαλιστικών προτάσεων που το υπηρετούν.
Η χώρα πρέπει να γυρίσει σελίδα και ο κόσμος να βρει τον χαμένο του ενθουσιασμό και αισιοδοξία.
Σημαντικότερο από το να βρεθεί αρχηγός για το εγχείρημα είναι να βρεθεί ηγέτης για τη χώρα. Χρειαζόμαστε αποφασιστικότητα και ευαισθησία, ευελιξία και ασφάλεια, πρακτικό λόγο και οραματικό πνεύμα.
Με δύο λόγια, η χώρα χρειάζεται έναν στρατηγό που να είναι και στρατιώτης, γιατί αυτό που λείπει είναι η αυτοπεποίθηση και η πίστη πως κινητοποιώντας τις δυνάμεις που ήδη διαθέτουμε μπορούμε να αυξήσουμε τις γεννήσεις, να δώσουμε δουλειά στους άξιους, να παρέχουμε ευκαιρίες να μείνουν όσοι ξενιτεύονται, να χτίσουμε τις βάσεις για την εμπιστοσύνη και τη Δικαιοσύνη. Εντέλει, να ξαναβρούμε το ατομικό μας νόημα και το συλλογικό μας όραμα.