Άρθρα

Ώδινεν όρος και έτεκεν μυν – Άρθρο στην Liberal.gr

Η κυβέρνηση κυοφορούσε για καιρό το ασφαλιστικό. Και τελικά ώδινεν όρος και έτεκεν μυν.

Τι έκανε στην πραγματικότητα;

Πήρε τον νόμο Λοβέρδου-Κουτρουμάνη –όπως τον τροποποίησε ο Βρούτσης– και του έκανε κάποιες μικρές αλλαγές.

Διορθώνει επί τα χείρω τους συντελεστές αναπλήρωσης (την κύρια μέθοδο υπολογισμού των συντάξεων). Το κάνει με τρόπο περίτεχνο και πολύπλοκο για να θολώσει τα νερά. Αυξάνει τους συντελεστές και μειώνει τον μισθό υπολογισμού, οπότε μειώνεται και η σύνταξη.

Καταργεί τη σταδιακή μετάβαση μέχρι το 2030 και τον ενεργοποιεί σχετικά άμεσα, και συγκεκριμένα από το 2018.

Ενεργοποιεί αμεσότερα τις μειώσεις αυτές στους νέους συνταξιούχους που θα βγουν από το 2016 και μετά. Αυτοί είναι οι ριγμένοι του συστήματος. Όμως, έχοντας ήδη απαγορεύσει τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, ξέρει πως λίγοι θα βγουν στη σύνταξη και άρα δε θα έχει πολιτικό κόστος.

Κόβει τις συντάξεις και των παλιών συνταξιούχων, όμως βάζει στον πάγο τις περικοπές για τρία χρόνια αυξάνοντας αντίστοιχα τις εισφορές «προσωρινά».

Αυξάνει στα κρυφά και τις κρατήσεις των συντάξεων ώστε να ξεκινήσουν οι περικοπές χωρίς όμως να χαρακτηριστούν ως τέτοιες.

Αυτά σε γενικές γραμμές. Υπάρχουν και κάποια θετικά σημεία, όπως η ενοποίηση των Ταμείων, η κοινή διαχείριση των αποθεματικών (δημιουργώντας νέους οργανισμούς· θα καταφέρουμε ποτέ να κλείσουμε και κανέναν;), η μετάβαση σε σύστημα κρατήσεων επί τη βάση των πραγματικών εισοδημάτων για όλους κ.α.

Η κυβέρνηση, συνεπώς, συντάσσεται πλήρως με τον νόμο των ΠΑΣΟΚ-Ν.Δ.

Ας δούμε και τη γενική φιλοσοφία της κυβερνητικής πρότασης, η οποία δεν πρέπει να θεωρηθεί τελική, καθώς θα πρέπει να πάρει έγκριση από τους «επάρατους» δανειστές;

Πρώτον, να εγκλωβίσει την αντιπολίτευση στη στείρα διαφωνία με τον δικό τους νόμο. Όπως είδαμε, ταυτίζονται και τα τέσσερα κόμματα (νυν και πρώην) και η όποια διαφωνία είναι υποκριτική.

Δεύτερον, να συσκοτίσει τις αλλαγές προς το δυσμενέστερο μέσα από κόλπα και καθυστερήσεις μέχρι το 2018.

Τρίτον, να προστατέψει τους συνταξιούχους που «πρόλαβαν», σε βάρος των υπολοίπων που θα ακολουθήσουν. Αυτό είναι δυστυχώς άδικο, καθώς προτιμά να χτυπήσει τους ερχόμενους συνταξιούχους διπλά, ως εργαζόμενους σήμερα με την αύξηση των εισφορών και με μικρότερη σύνταξη αύριο, για να μην πειράξει –έστω για λίγο– τους τωρινούς συνταξιούχους.

Τέταρτον, να χτυπήσει την πραγματική οικονομία και ιδιαίτερα τους ελεύθερους επαγγελματίες εξισώνοντας τις εισφορές με τους μισθωτούς (εν γένει σωστό), εισφορές όμως που είναι υπέρογκες και για τους μεν και για τους δε.

Ακόμη και έτσι όμως, αναρωτιέται κανείς: Μήπως είναι ένα ασφαλιστικό που θα έπρεπε να στηριχθεί ως ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση; Μήπως φταίει η αντιπολίτευση που δεν είναι εποικοδομητική;

Η απάντηση είναι αρνητική σε πολλαπλά επίπεδα.

Πρώτον, δεν είναι δυνατόν να επιβραβεύονται η υποκρισία και το ψέμα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Η κυβέρνηση όχι μόνο παίρνει τον νόμο που κατηγορεί ως μνημονιακό και μεταφρασμένο και τον υιοθετεί, αλλά και τον επεκτείνει λέγοντας ψέματα πως η ίδια δεν φτιάχνει νόμους μεταφρασμένους.

Δεύτερον, δεν είναι δυνατόν να στηριχθεί ένας αναποτελεσματικός νόμος που ρίχνει τα βάρη πάλι στην παραγωγή οδηγώντας σε ύφεση και μαύρη εργασία και κατά συνέπεια σε νέα ελλείμματα. Ο νόμος αυτός νομοτελειακά θα οδηγήσει σε προβληματικά Ταμεία, σε νέες μειώσεις στα ποσοστά αναπλήρωσης και σε καινούργια αναταραχή.

Τρίτον, δεν είναι δυνατόν να χάνουμε τις ευκαιρίες μεταρρύθμισης σπαταλώντας την ενέργεια της χώρας σε μικροδιευθετήσεις και μετακυλίσεις των δύσκολων αποφάσεων για «λίγο αργότερα». Η χώρα δεν έχει πολλά περιθώρια πειραματισμών.

Τέταρτον, δεν είναι δυνατόν να στηριχθεί ένα νομοθέτημα που δεν είναι δίκαιο. Ένα ακόμη παράδειγμα αρκεί: Συνταξιούχος με τις ίδιες προϋποθέσεις στις 31/12 κάθε έτους και 1/1 του επομένου θα έχει διαφορετική αντιμετώπιση.

Σήμερα βλέπουμε καθαρά πως το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ έφτασε στο τέλος του. Αντιγράφοντας το ένα κόμμα το άλλο, δεν έχουν ούτε φρεσκάδα, ούτε νέες ιδέες, ούτε τη διάθεση να φέρουν την αλλαγή που χρειάζεται η χώρα.

Δε μπορούν καν να καταλάβουν πως οι προϋποθέσεις για τη λύση του ασφαλιστικού συστήματος είναι δύο:

    – Η άμεση επανεκκίνηση της παραγωγικής διαδικασίας, ώστε να ξεκινήσει η μείωση της ανεργίας. Αντί για αυτό αυξάνουμε τα βάρη στην οικονομία οδηγώντας σε ύφεση.

    – Η άμεση αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο ασφαλιστικό σύστημα, ώστε οι νέοι αλλά και οι μεγαλύτεροι εργαζόμενοι να νιώθουν πως οι εισφορές τους έχουν αντίκρισμα. Αντί για αυτό, προχωράμε σε οριζόντιες περικοπές και λογικές πλαφόν που δε λαμβάνουν υπόψη τι εισφορές έχουν πληρωθεί από τους συνταξιούχους.

Σήμερα περισσότερο από ποτέ, χρειαζόμαστε τόλμη για να δημιουργήσουμε ένα νέο σύστημα από την αρχή. Ήδη στο άρθρο μου εδώ έχω προτείνει ένα σύστημα τριών πυλώνων που είναι βιώσιμο.

Αυτό πρέπει να πλαισιωθεί από έναν δίκαιο επανυπολογισμό όλων των συντάξεων στη βάση των εισφορών αλλά και των συντάξεων που έχουν ήδη πληρωθεί σε κάθε έναν συνταξιούχο με πνεύμα απόλυτης δικαιοσύνης αλλά και κοινωνικής πρόνοιας.

Τέλος, πρέπει το κράτος να εγγυηθεί πως μέρος της εξοικονόμησης θα οδηγηθεί στη στήριξη των ανέργων μέσω προγραμμάτων επανένταξης και επέκτασης των επιδομάτων ανεργίας σε περισσότερους δικαιούχους. Κάθε συνταξιούχος θα μπορούσε να αποδεχθεί μια δίκαιη μείωση της σύνταξής του, αρκεί να ξέρει πως το άνεργο εγγόνι του (ή το εγγόνι του διπλανού του) θα στηριχθεί και εν τέλει θα βρει ευκολότερα δουλειά.

Καμία κοινωνία που κλέβει το μέλλον της για να θρέψει το παρελθόν της δε βρήκε τον δρόμο της εξόδου από την κρίση.

Η σημερινή Ελλάδα δε μπορεί να αποτελεί εξαίρεση.