Το Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου ήταν κομβικό για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης όσο και αν οι θολές δηλώσεις από τους εταίρους και κυρίως από την κυβέρνηση δεν επιτρέπουν εύκολα συμπεράσματα.
Ας επιχειρήσουμε ωστόσο να ξεδιαλύνουμε τα πράγματα.
Η κυβέρνηση με την προσφιλή τακτική των non paper του Μαξίμου ξεκίνησε την επικοινωνιακή επίθεση στο δρόμο για την τελική υπογραφή της συμφωνίας και την εξομάλυνση της κατάστασης.
Μέχρι όμως να συμβεί αυτό, έχουμε αρκετά βήματα. Δείχνουν να είναι πάντως στενά οριοθετημένα και να μην υπάρχει η πιθανότητα εκτροχιασμού.
Τι εκτιμήσεις μπορούμε να κάνουμε:
Πρώτον, η πολιτική συμφωνία δεν υπάρχει με την έννοια που η κυβέρνηση την εννοεί. Αυτό το δήλωσε ξεκάθαρα ο κ. Ντάισελμπλουμ στη συνέντευξη μετά το Eurogroup. Η πολιτική συμφωνία που υπήρξε ήταν η υποχώρηση, μέσα στο Σαββατοκύριακο της κυβέρνησης στην προνομοθέτηση των μέτρων.
Δεύτερον, η αξιοπιστία μιας κυβέρνησης που έλεγε πως δε μπορούν να προνομοθετηθούν τα μέτρα (μέχρι και ο ΠτΔ έκανε σχετικές δηλώσεις) για να αποδεχτεί στη συνέχεια τη προνομοθέτηση είναι προφανώς στο ναδίρ.
Τρίτον, το επιχείρημα του ΔΝΤ πως δεν θέλει τα μέτρα μόνο για δημοσιονομικούς λόγους (για να πετύχουμε το άπιαστο κατά το ίδιο 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα) αλλά και για διαρθρωτικούς λόγους χρησιμοποιείται υποκριτικά από την κυβέρνηση για να υποστηρίξει πως κάνει διαρθρωτικές αλλαγές.
Τέταρτον, οι διαρθρωτικές αλλαγές έχουν αρνητικά προοδευτικό πρόσημο. Οι χαμηλότερες εισοδηματικές τάξεις θα πληρώσουν τη μείωση του αφορολόγητου αλλά και μεγάλο μέρος της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις. Έτσι ξηλώνεται σχεδόν όλο το αφήγημα της κυβέρνησης και οι υποτιθέμενες προοδευτικές της περγαμηνές.
Πέμπτον, η κυβέρνηση βαφτίζει τον ανάποδο κόφτη, μηδενική λιτότητα. Εδώ έχουμε τη μεγαλύτερη εξαπάτηση του ελληνικού λαού από μια αδίστακτη επικοινωνιακή μηχανή. Μηδενική επίπτωση θα είχαμε αν νομοθετούσαμε μέτρα που ισχύουν ταυτόχρονα και με τις ίδιες προϋποθέσεις, πχ κόβω συντάξεις 1 δισ. και αυξάνω τα επιδόματα ανεργίας 1 δισ. Εδώ έχουμε κάτι εντελώς διαφορετικό. Θα νομοθετήσουμε όλα τα μέτρα που θα ισχύσουν από το 2019 και μετά. Θα κλειδώσουμε τους στόχους του 3,5% για αρκετά χρόνια (μένει να δούμε πόσα), μετά το 2018. Θα συγκεκριμενοποιήσουμε το που θα ξοδέψουμε (πχ στο ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα) από τώρα την πιθανή υπεραπόδοση από τους στόχους.
Έκτον, αξίζει να συνειδητοποιήσουμε τι κάναμε ξανά: νομοθέτηση λιτότητας τώρα. Κλείδωμα στόχων λιτότητας. Νομοθέτηση για το πού επιτρέπεται η κυβέρνηση να ξοδέψει τα πιθανά χρήματα που της απομένουν, πάνω από τους στόχους. Αυτό είναι το σκληρότερο μνημόνιο (4ο μνημόνιο) για μετά το 2018 που έχει ποτέ νομοθετηθεί. Ο ΣΥΡΙΖΑ εκχωρεί κάθε δυνατότητα ελιγμών των επόμενων κυβερνήσεων για απροσδιόριστο ακόμη χρονικό διάστημα.
Έβδομον, το “πολιτικό παιχνίδι” χάνει την ουσία του καθώς η εκχώρηση της εθνικής κυριαρχίας, μετά την υποθήκευση της δημόσιας περιουσίας για 99 χρόνια συμπληρώνεται με την απώλεια άσκησης πολιτικής από μελλοντικές κυβερνήσεις.
Όγδοον, συμφωνία δεν επετεύχθη και συνεπώς δε μπορεί να μπούμε στην ποσοτική χαλάρωση. Η πιθανότερη ημερομηνία για την πολιτική συμφωνία, δεδομένων των βημάτων που πρέπει ακόμη να πραγματοποιηθούν, είναι η 7η Απριλίου στη Βαλέτα της Μάλτας.
Ένατον, τα μέτρα για το χρέος έχουν φύγει από το τραπέζι της συζήτησης και δεν φαίνονται στον ορίζοντα. Αυτό αποκλείει κάθε κουβέντα για την ποσοτική χαλάρωση στο ορατό μέλλον, και πιθανώς να δυσχεραίνει την έξοδο στις αγορές μέσα στο 2017.
Δέκατον, η κυβέρνηση περιμένει σε μια γωνιά να δει τι θα γίνει με το ΔΝΤ και τη Γερμανία. Προφανώς η συμφωνία μεταξύ Μέρκελ και Λαγκάρντ θα ανακοινωθεί στον Έλληνα Πρωθυπουργό και Υπουργό Οικονομικών χωρίς περιθώριο συζήτησης.
Συμπερασματικά δε φαίνεται να υπάρχει χειρότερο σενάριο από αυτό που βιώνει η ελληνική κοινωνία ως αποτέλεσμα των λανθασμένων χειρισμών της κυβέρνησης.
Διαπραγματεύτηκε άσκοπα, δεν κέρδισε τίποτε, υποθήκευσε τη χώρα και το χειρότερο χωρίς καμία προοπτική ανάκαμψης. Το πρόγραμμα δεν βγαίνει αλλά τώρα πια όταν δεν βγει το λογαριασμό θα την πληρώσουν οι φτωχότεροι χωρίς δυνατότητα συζήτησης.
Μετά την ύβριν και την άτην έρχεται η νέμεσις και η τίσις.
Αυτό θα έπρεπε εμείς ως Έλληνες τουλάχιστον να το ξέραμε.