«Η σωτηρία της Ελλάδας περνάει αναγκαστικά μέσα από την ανασυγκρότηση της χώρας από το μηδέν», απαντά ο ανεξάρτητος βουλευτής Χάρης Θεοχάρης σε συνέντευξή του στην Ελευθερία Καλαμάτας. Ο ίδιος μιλώντας για την κρίση χαρακτηρίζει άνευρο τον προϋπολογισμό του 2017 και τον θεωρεί αποτέλεσμα της έλλειψης φαντασίας του πολιτικού προσωπικού.
Καταλήγοντας στη συνέντευξή του ο Χάρης Θεοχάρης, τονίζει ότι ονειρεύεται «την Ελλάδα της αξιοκρατίας, της σταθερότητας και της βιωσιμότητας, με τη δικαιοσύνη να ξαναμπαίνει στο επίκεντρο».
– Ας ξεκινήσουμε με τη σημερινή πολιτική κατάσταση όπως εσείς την αντιλαμβάνεστε. Υπάρχει σωτηρία και υπό ποιες προϋποθέσεις;
«Υπάρχει σωτηρία. Δυστυχώς όμως βρισκόμαστε σε έναν στρεβλό δρόμο. Η πίεση των ιδεοληψιών των δανειστών συναντά την έλλειψη αποφασιστικότητας και πολιτικής βούλησης που διέπει συνολικά το πολιτικό σύστημα. Ετσι το αποτέλεσμα είναι μια συνεχής εναλλαγή προσώπων στους ίδιους ρόλους και χωρίς ουσιαστική διαφορά μεταξύ των διαδοχικών κυβερνήσεων της κρίσης. Ο δρόμος της σωτηρίας περνάει αναγκαστικά μέσα από την ανασυγκρότηση της χώρας από το μηδέν, το χτίσιμο όπως συνηθίζω να λέω. Χωρίς ισχυρούς θεσμούς δεν μπορεί να χτυπηθεί η διαφθορά τόσο στο επίπεδο αναδιοργάνωσης του Δημοσίου -το οποίο αποτελεί τροχοπέδη της ανάπτυξης- όσο και στο επίπεδο της οικονομίας, όπου αυτή τη στιγμή συντελείται μια βίαιη προσαρμογή με τον αφανισμό των μικρομεσαίων και τον αφελληνισμό των μεγάλων επιχειρήσεων. Το κοινωνικό κράτος πρέπει να στηρίζει τη μεσαία τάξη και φυσικά να είναι αποτελεσματικό στην αντιμετώπιση της φτώχειας».
– Υπάρχουν δυσκολίες στο να βρίσκεται κάποιος στη θέση του ανεξάρτητου βουλευτή;
«Οι δυνατότητες για παρεμβάσεις μέσα στη Βουλή από τον κανονισμό είναι πολύ μικρότερες. Στα ΜΜΕ οι χρόνοι που δίνονται στους ανεξάρτητους βουλευτές είναι πολύ λιγότεροι σε σχέση με τους χρόνους που δίνονται στα κόμματα. Αυτά ως ένα βαθμό είναι φυσιολογικά. Υπάρχουν όμως δυνατότητες. Το τελευταίο διάστημα με πρωτοβουλίες που πήραμε, με τροπολογίες που καταθέσαμε από κοινού με άλλους ανεξάρτητους βουλευτές, με ερωτήσεις κοινές, αποδεικνύεται ότι μπορούμε ουσιαστικά να παρέμβουμε στα πολιτικά πράγματα στη χώρα μας στην κατεύθυνση των πρακτικών λύσεων στα προβλήματα του κόσμου».
– Ο Σταύρος Θεοδωράκης σε διάφορες δηλώσεις του αφήνει υπονοούμενα ότι όσοι φεύγουν, οδεύουν με διάφορους τρόπους προς τη Νέα Δημοκρατία. Τι του απαντάτε;
«Πολύ φοβάμαι ότι και η στρατηγική που έχει επιλέξει ο ίδιος μπορεί να τον οδηγήσει εκεί, οπότε ας μην προτρέχει για το πού θα πάει ο καθένας από εμάς και αν -εν πάση περιπτώσει- οι κινήσεις είναι προδιαγεγραμμένες όπως τις περιγράφει. Κατανοώ την πικρία του αλλά θεωρώ ότι τον παρασύρει σε προσωπικές αντιπαραθέσεις ενώ τα ζητήματα είναι πολιτικά».
– Η πολιτική σας καριέρα άρχισε όταν τελείωσε με τον γνωστό τρόπο η θητεία σας στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων. Τι κάνατε ή τι δεν κάνατε έτσι ώστε να δυσαρεστηθεί ο τότε πρωθυπουργός Αντ. Σαμαράς και να σας εξωθήσει σε παραίτηση;
«Πήρα τον ρόλο της αυτονομίας, της ημιανεξαρτησίας της ΓΓΔΕ, σε μια χρονική στιγμή που το πολιτικό σύστημα δεν ήταν έτοιμο για τέτοιου είδους αλλαγές στη δημόσια διοίκηση. Σε μεγάλο βαθμό αυτές οι αλλαγές είναι ακόμη το μεγάλο ζητούμενο και μέρος του πολιτικού οράματος που έχω είναι αυτό. Να μπορέσει να χειραφετηθεί το Δημόσιο μακριά από τις πολιτικές παρεμβάσεις».
– Πιστεύετε ότι ο προϋπολογισμός του 2017 που ψηφίστηκε από τη Βουλή βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση;
«Είναι ένας άνευρος προϋπολογισμός που απλώς ελπίζει στην ανάπτυξη. Βασίζεται στο φαινόμενο που οι οικονομολόγοι ονομάζουν “dead cat bounce”, δηλαδή τον προσωρινό πάτο που βρίσκει, κατά καιρούς, ακόμα και μια οικονομία που βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση, και στην πρόσκαιρη αισιοδοξία που αυτό μπορεί να φέρει στον πληθυσμό. Στην πραγματικότητα δεν έχει προτεραιότητα την ανάπτυξη, την αναδιοργάνωση, δεν δίνει πόρους για να δημιουργηθεί ένα διαφορετικό Δημόσιο από αυτό που έχουμε σήμερα. Δεν δίνει πόρους να στηρίξει τους νέους επιχειρηματίες, την καινοτομία, την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Συνεχίζει στον βηματισμό των προηγούμενων προϋπολογισμών με μικρές αποκλίσεις. Είναι αποτέλεσμα της έλλειψης φαντασίας του πολιτικού προσωπικού».
– Το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι είναι μεγάλες οι δαπάνες -ως ποσοστό του ΑΕΠ- για τις συντάξεις στην Ελλάδα. Η κυβέρνηση λέει ότι αυτό είναι ψέμα. Ποια είναι η αλήθεια;
«Η αλήθεια είναι ότι βλέπουν το ίδιο πρόβλημα με διαφορετικές οπτικές. Η Ελλάδα έχει πολύ αδύναμη οικονομία και συνεπώς θα έπρεπε να είχαμε πολύ υψηλότερο ΑΕΠ που θα μπορούσε να στηρίξει τις δαπάνες για τις συντάξεις σε αυτά τα επίπεδα. Οι δαπάνες για τις συντάξεις συνολικά, έστω και αν οι συντάξεις δεν είναι μεγάλες, είναι υψηλές για τα δεδομένα του προϋπολογισμού. Το ζήτημα είναι ο ανορθολογισμός των σχετικών δαπανών. Ο μέσος όρος των συντάξεων για τους άνω των 65 ετών είναι λίγο παραπάνω από 800 ευρώ. Οι συντάξεις για τους κάτω των 65 ετών, εκ των οποίων κάποιοι θα έπρεπε να εργάζονται, έχουν μέσο όρο 1.300 ευρώ. Αυτό είναι ένα παράδειγμα της λανθασμένης λογικής στην οποία είναι στημένο το συνταξιοδοτικό μας σύστημα. Το 10% του ΑΕΠ που πληρώνουμε για συντάξεις από τον κρατικό προϋπολογισμό είναι δυσβάσταχτο, την ίδια στιγμή που αφήνουμε τους ανέργους χωρίς δίχτυ κοινωνικής προστασίας. Θυμίζω ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ μόνο το 10% των ανέργων παίρνουν επίδομα ανεργίας ή άλλα επιδόματα».
– Ποιες είναι οι συνέπειες από την αναβολή του κλεισίματος της δεύτερης αξιολόγησης και των μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους;
«Οι συνέπειες είναι αυτές που περιγράφει η ίδια η κυβέρνηση. Ως τώρα είχε ένα αφήγημα που έλεγε ότι έπρεπε να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση για να μην συνεχιστεί η αβεβαιότητα, για να μπορέσουμε να μπούμε στην ποσοτική χαλάρωση και με όπλο την ποσοτική χαλάρωση να βγούμε στις αγορές και να φύγουμε από το μνημόνιο. Να μην χρειαστεί ένα τέταρτο μνημόνιο. Αν αντιστρέψουμε αυτή τη λογική, βλέπουμε ποιες συνέπειες έχει η λανθασμένη λογική της κυβέρνησης να δίνει εργαλεία στους ακραίους κύκλους της Ευρώπης και του ΔΝΤ για να παρατείνουν την αξιολόγηση στο μέλλον».
– Πώς είναι η Ελλάδα που ονειρεύεστε και πώς αυτό μπορεί να γίνει πραγματικότητα;
«Ονειρεύομαι την Ελλάδα της αξιοκρατίας, της σταθερότητας, της βιωσιμότητας. Το φορολογικό, το συνταξιοδοτικό, κάθε σύστημα θα στέκεται αυτόνομα. Η δικαιοσύνη θα πρέπει να ξαναμπεί στο επίκεντρο γιατί είτε λαμβάνουμε δύσκολες αποφάσεις, είτε μοιράζουμε την ευημερία, πρέπει να το κάνουμε με δίκαιο τρόπο. Επίσης, μια χώρα στην οποία η διαφθορά θα αποτελεί την εξαίρεση και όχι τον κανόνα. Που θα υπάρχουν θεσμοί ισχυροί που σέβονται την αποστολή και τον ρόλο τους χάριν της ποιότητας της κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Αυτά τα πράγματα δεν βρίσκονται στη σφαίρα της φαντασίας. Χρειάζονται μόνο ανθρώπους αποφασισμένους να σηκώσουν τα μανίκια και να τα αλλάξουν όλα. Η εποχή των ήπιων προσαρμογών έχει παρέλθει προ πολλού».