Τον Νοέμβριο του 2015, κατά την τρίτη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ο Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης κ. Δραγασάκης δήλωνε πως ο λόγος που απέτυχαν οι προηγούμενες ανακεφαλαιοποιήσεις ήταν ότι δε συνοδεύθηκαν από τη ρύθμιση των κόκκινων δανείων. «Για αυτό», συνέχιζε ο κ. Δραγασάκης, «μαζί με την ανακεφαλαιοποίηση θα προχωρήσουμε αμέσως στην αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων».
Τρία έτη και τρεις μήνες μετά από αυτές τις δηλώσεις, όχι μόνο παραμένει άλυτο το ζήτημα αλλά ο Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης επανέρχεται και υποστηρίζει πως μια λύση για τις τράπεζες θα απαιτήσει νέα κεφάλαια, τα οποία θα κληθεί να τα βάλει ο Έλληνας φορολογούμενος ή ο Έλληνας καταθέτης.
Αναρωτιέται κανείς πώς φτάσαμε εδώ. Πώς χάθηκαν οι ευκαιρίες επίλυσης.
Πρώτον, το πρώτο καταστροφικό οκτάμηνο του 2015 δεν επήλθε μόνο η ανακεφαλαιοποίηση, αλλά με την επιδείνωση της κατάστασης στην οικονομία δημιουργήθηκε μια νέα γενιά κόκκινων δανείων που πιέζουν τους τραπεζικούς ισολογισμούς. Σήμερα φτάσαμε να έχουμε το χειρότερο ποσοστό σε όλη την ΕΕ, πολύ χειρότερο και από την Κύπρο.
Δεύτερον, στην ίδια την ανακεφαλαιοποίηση η κυβέρνηση προσπάθησε να μη χρησιμοποιήσει όλα τα διαθέσιμα κεφάλαια για να στηρίξει το αφήγημα του success story.
Τρίτον, η κυβέρνηση επιδόθηκε σε μια σειρά πειραματισμών με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό και άλλες πρωτοβουλίες. Αυτές ανάλωσαν χρόνο και ενέργεια από τις τράπεζες, τις επιχειρήσεις και εν τέλει από τη χώρα, χωρίς ωστόσο να δώσουν λύση. Ακόμη και σήμερα σε σύνολο 400 χιλιάδων περιπτώσεων που πρέπει να διευθετηθούν, ο συμβιβασμός έχει ολοκληρωθεί για μόλις 1000 επιχειρήσεις.
Τέταρτον, η έμφαση θεσμών και κυβέρνησης δόθηκε στα δημοσιονομικά και στις άλλες παρεμβάσεις (φόροι, εισφορές, συντάξεις κτλ.) και δε δόθηκε προτεραιότητα στα τραπεζικά ζητήματα.
Τέλος, όταν το πρόβλημα φάνηκε να καθίσταται επικίνδυνο και είχαμε πια μια τελευταία ευκαιρία να χρησιμοποιήσουμε τα κεφαλαία του προγράμματος, η κυβέρνηση απέρριψε όλες τις σχετικές προτάσεις στήριξης σφυρίζοντας τον σκοπό της απελευθέρωσης από τα μνημόνια.
Με μια σειρά εγκληματικών λαθών φτάνουμε λοιπόν στο σήμερα. Το πρόβλημα των τραπεζών παραμένει άλυτο αλλά και το πρόβλημα της αλληλεγγύης στους κοινωνικοοικονομικά αδύναμους, εξακολουθεί να είναι καλά κρυμμένο κάτω από το χαλί που άπλωσε ο νόμος Κατσέλη.
Ο νόμος όμως έληγε στο τέλος του 2018 και η κυβέρνηση «αιφνιδιάστηκε». Μόνο θυμηδία μπορεί να προκαλέσει ο υποτιθέμενος αιφνιδιασμός.
Μια παράταση αργότερα, η κυβέρνηση νομοθετεί υπό χρονική πίεση και φαίνεται να σέρνεται σε μια συμφωνία πιο κοντά στους όρους που θέτουν οι τράπεζες. Εξ´ ου και το φόβητρο κουρέματος καταθέσεων που ξέθαψε ο κύριος Δραγασάκης και υποχρέωσε τον κύριο Τσακαλώτο σε αναδίπλωση.
Τώρα λοιπόν τι μέλλει γενέσθαι;
Πρώτον, ενεργοποίηση συστημικής λύσης για την ελάφρυνση των τραπεζών από τα κόκκινα δάνεια. Οι λύσεις του ΤΧΣ και της ΤτΕ έχουν τα υπέρ και τα κατά τους, ωστόσο και η μία, και η άλλη ή ακόμη και οι δυο λύσεις είναι αναγκαίες.
Δεύτερον, οι ίδιες οι τράπεζες πρέπει να ενδυναμώσουν τη θέση τους μέσω υλοποίησης σχεδίων όπως αυτό της Eurobank που συγχωνεύτηκε με τη Grivalia.
Τρίτον, να εκπονηθεί ένα σχέδιο για την ουσιαστική στήριξη των αδυνάμων ανεξάρτητα από το αν το δάνειο ανήκει ακόμη σε τράπεζα ή έχει μεταφερθεί σε fund μέσα από συγκεκριμένα κριτήρια. Η ΝΔ έχει από το 2016 παρουσιάσει αλλά και επικαιροποιήσει πρόσφατα ένα τέτοιο σχέδιο ουσίας.
Πρόταση που εστιάζει σε μια απλοποιημένη διαδικασία εξωδικαστικού συμβιβασμού, σε μια νέα φορολογική ρύθμιση για οφειλές ως 3.000 ευρώ και στην επιτάχυνση των 130.000 περιπτώσεων που εκκρεμούν στα δικαστήρια μέσω του διαχωρισμού τους και της ενίσχυσης των Ειρηνοδικείων.
Τέταρτον, να ενθαρρυνθούν οι τράπεζες να προσφέρουν γενναίες λύσεις διευθέτησης στους δανειολήπτες ανάλογα και με την πτώση της τιμής του ακινήτου που έχει δανειοδοτηθεί. Με βασική προϋπόθεση τη σιγουριά πως άπαξ και επέλθει διευθέτηση το δάνειο θα αποπληρώνεται κανονικά.
Εν κατακλείδι, σε όλη αυτή τη συζήτηση, θα πρέπει να σταθούμε σε δύο σημεία:
Καταρχήν, το σχέδιο συμφωνίας που προετοιμάζεται σύμφωνα τουλάχιστον με δημοσιογραφικές πληροφορίες θα επιτρέπει σε έχοντες κατά το παρελθόν εισοδήματα που είχαν πάρει μεγάλα δάνεια και τώρα δεν έχουν εισοδήματα, να προστατεύονται.
Επιπρόσθετα, αν η κυβέρνηση στο ζήτημα των τραπεζών προχωρήσει σε μια πρόχειρη και μη λειτουργική λύση, τότε το πρόβλημα θα το κληροδοτήσει στην επόμενη, ώστε να την καταστήσει «δεξιά παρένθεση». Αυτό η ΝΔ δε θα το επιτρέψει καθώς έχει ολοκληρωμένο σχέδιο αντιμετώπισης του θέματος και θα το ενεργοποιήσει χωρίς χρονοτριβή.
Σχέδιο που και τους αδύναμους στηρίζει και τις καταθέσεις των πολιτών θα διασφαλίζει.