Ανακοινώσεις, Από το Βήμα της Βουλής, Υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών

“Το ιδιωτικό χρέος στην Ελλάδα είναι σταθερό και κάτω από τον Μ.Ο. στην ΕΕ” – Χάρης Θεοχάρης σε επίκαιρη ερώτηση στη Βουλή

Από το Γραφείο Τύπου του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών εκδόθηκε η ακόλουθη ανακοίνωση:

Τις εμπεριστατωμένες και πειστικές απόψεις του σε σχέση με σημαντικά ζητήματα που άπτονται του ιδιωτικού χρέους στην Ελλάδα είχε την ευκαιρία να παρουσιάσει στη Βουλή ο Υφυπουργός Οικονομικών κ. Χάρης Θεοχάρης. Λαμβάνοντας ως αφορμή επίκαιρη ερώτηση εκ μέρους του βουλευτή του ΠΑΣΟΚ, κ. Μιχάλη Κατρίνη, ο κ. Θεοχάρης τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι:

«Ο ισχυρισμός της αντιπολίτευσης ότι το πρόβλημα του ιδιωτικού χρέους στη χώρα μας χειροτερεύει, είναι ανακριβής. Το ιδιωτικό χρέος στην Ελλάδα παραμένει σταθερό, στο 120% περίπου του ΑΕΠ, για την περίοδο 2019-2022. Αυτό είναι ένα δείγμα στροφής της οικονομίας μας προς την ανάπτυξη, καθώς μια οικονομία αναπτύσσεται όταν υπάρχει ιδιωτικό χρέος. Όταν δανείζονται επιχειρήσεις και νοικοκυριά για να υλοποιήσουν τα επενδυτικά τους σχέδια. Επιπλέον, ο δανεισμός αποτελεί, επίσης, δείγμα πως οι τράπεζες -επιτέλους- μέσω της εξυγίανσης του ισολογισμού τους, έχουν επιστρέψει στο φυσικό τους ρόλο, να στηρίζουν την οικονομία δανείζοντας. Θυμίζω επίσης ότι ο μέσος όρος του ιδιωτικού χρέους στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 135%. Συνεπώς, με ιδιωτικό χρέος στην Ελλάδα που αντιστοιχεί στο 120% του ΑΕΠ, είμαστε σταθερά κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσον όρο. Το στοιχείο αυτό είναι απολύτως θετικό».

Περαιτέρω, ο κ. Υφυπουργός, Θεοχάρης ανέλυσε ότι «η πρόοδος που έχει επιτευχθεί χάρη στις παρεμβάσεις από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, πιστοποιείται από τιμές του δείκτη ληξιπρόθεσμου χρέους, ως ποσοστό του συνολικού ιδιωτικού χρέους. Αυτό το μέγεθος, στο τέλος του 2022 είχε περιοριστεί στο 62,1%, από 68,3% το 2019, ενώ η τάση είναι σαφώς προς την αποκλιμάκωση. Επομένως, διαπιστώνουμε ότι το ζήτημα των ληξιπρόθεσμων χρεών των πολιτών και των επιχειρήσεων μειώνεται ως πρόβλημα σε σχέση με το σύνολο της οικονομίας».

Κατά τη δευτερολογία του στο πλαίσιο της συζήτησης γύρω από την επίκαιρη ερώτηση του κ. Μιχάλη Κατρίνη, ο κ. Χάρης Θεοχάρης επέκρινε με δριμύτητα την επιζήμια εισπρακτική χαλαρότητα που επέφερε ο «νόμος Κατσέλη». Συγκεκριμένα, ο Υφυπουργός Οικονομικών υπογράμμισε ότι «εσείς κύριοι της αντιπολίτευσης πρέπει να απαντήσετε στον ελληνικό λαό για τον καταστροφικό νόμο Κατσέλη. Το μισό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε τώρα με τους ασυνεπείς δανειολήπτες, οφείλεται στον συγκεκριμένο νόμο, ο οποίος έδωσε μία οριζόντια προστασία για χρόνια σε δανειολήπτες που δεν το άξιζαν. Ο νόμος Κατσέλη άφησε το πρόβλημα να διαιωνίζεται και να διογκώνεται. Κι έτσι, οφειλέτες που δεν πλήρωναν τις δόσεις τους, βρίσκονται σήμερα π.χ. με δεκαπλάσιο χρέος, κάτι που είναι αντικειμενικά αδύνατο για τους ίδιους να το λύσουν».

Ακολούθως, εστιάζοντας στο μηχανισμό εξωδικαστικού συμβιβασμού, ο κ. Θεοχάρης δήλωσε ότι «για πρώτη φορά ο εξωδικαστικός συμβιβασμός αρχίζει να λειτουργεί. Και γι’ αυτό τον λόγο οι τράπεζες συνάπτουν διμερείς συμφωνίες, διότι βλέπουν ότι υπάρχει εναλλακτική του εξωδικαστικού συμβιβασμού και θέλουν να λύσουν το πρόβλημα πριν φτάσει εκεί. Όμως, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας πήρε πολλά άλλα μέτρα, ειδικά για τη στήριξη των ευάλωτων, με ένα πρόγραμμα που έχει ενεργοποιηθεί. Ήδη, 50.000 περ. αιτήσεις έχουν υποβληθεί και πολλές από αυτές έχουν ικανοποιηθεί».

Τέλος, σε σχέση με τις ρυθμίσεις για την εξόφληση χρεών στην Εφορία, το μέτρο των 120 δόσεων κ.λπ, ο κ. Χάρης Θεοχάρης εξήγησε ότι «όπως είπε και ο Υπουργός κ. Κωστής Χατζηδάκης στις προγραμματικές δηλώσεις, η εποχή των εκτάκτων ρυθμίσεων έχει παρέλθει. Το πρόγραμμα των ρυθμίσεων αυτών έχει συγκεκριμένη φιλοσοφία. Ήρθε να βοηθήσει όσους έκαναν προσπάθεια μέσω των προηγούμενων ρυθμίσεων και η πανδημία δημιούργησε πρόβλημα στο να μείνουν συνεπείς. Παρόλ’ αυτά, ήδη 400 περ. εκατ. ευρώ χρεών, χάρη στην αναβίωση των 120 δόσεων, έχουν ρυθμιστεί ξανά. Και άλλα 200 περ. εκατ. ευρώ έχουν ρυθμιστεί στις νέες δόσεις των 36 και 72 δόσεων. Καλούμε, λοιπόν, τον κόσμο να εκμεταλλευτεί αυτή την ευκαιρία που δίνει η φορολογική διοίκηση, εμπρόθεσμα, ως το τέλος του μήνα. Δε θα υπάρξουν άλλες ευκαιρίες».

Δείτε ολόκληρη την απάντηση μου στην επίκαιρη ερώτηση στη Βουλή εδώ