Ανακοινώσεις, Συνεντεύξεις

Συνέντευξη στην εφημερίδα «Παρασκήνιο»: Το ραντεβού μας είναι στη διασταύρωση «ρεαλισμού, εντιμότητας και ανάπτυξης»

Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν αυτή την στιγμή τα νοικοκυριά είναι η ακρίβεια. Το έχει παραδεχτεί και ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Μήπως τελικά η κυβέρνηση άργησε να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα;

Να σας θυμίσω ότι από την επαύριο σχεδόν της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη τέθηκε σε συναγερμό, ειδικά για τις υπέρογκες αυξήσεις στο κόστος ενέργειας. Και αυτό συνέβη, όπως ίσως ξεχνούν ορισμένοι, πριν από δύο χρόνια, τον Φεβρουάριο του 2022. Ήδη από τότε, και με απόφαση του πρωθυπουργού, το ελληνικό κράτος απορρόφησε έως και κατά 90% τις επιπλέον χρεώσεις στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού, στηρίζοντας παράλληλα τους πιο ευάλωτους συμπολίτες μας. Συνεπώς, δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι πιο ανακριβές από το ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας καθυστέρησε να δώσει τη μάχη με την ακρίβεια. Ωστόσο, θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η κρίση ακρίβειας είναι διεθνής και κανένα κράτος δεν μπορεί να την νικήσει αφ’ εαυτού. Στην Ελλάδα εν προκειμένω, με την εντατικοποίηση των ελέγχων στην αγορά και την ενίσχυση της ΔΙΜΕΑ (Διυπηρεσιακή Μονάδα Ελέγχου Αγοράς), η οποία επιβάλλει πρόστιμα από το 2020, κατανοούμε όλο και καλύτερα και εν τω γίγνεσθαι τους μηχανισμούς του πραγματικού εμπορίου -της κερδοφορίας, θεμιτής και μη. Κι έτσι διαρκώς προσαρμόζουμε τα εργαλεία μας, ώστε να είμαστε όσο το δυνατόν πιο εύστοχοι και αποτελεσματικοί.

Η αίσθηση που έχουν οι πολίτες είναι πως οι τιμές δεν πρόκειται να μειωθούν, παρά τα νέα έκτακτα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση. Θα δούμε επιτέλους μειώσεις τιμών στο ράφι, ή μοναδικός στόχος είναι η σταθεροποίηση των τιμών;

Κατηγορηματικά όχι, ο στόχος δεν είναι η σταθεροποίηση αλλά η μέγιστη δυνατή μείωση των πραγματικών τιμών, ιδιαίτερα στα είδη πρώτης ζήτησης. Αυτό είναι σαφές, άλλωστε, από την άμεση εφαρμογή παρεμβάσεων της κυβέρνησης όπως α) η μείωση των παροχών προς τα σούπερ μάρκετ. β) Ο περιορισμός των συνολικών εκπτώσεων στα σούπερ μάρκετ κατά 30% και η μεταφορά στον καταναλωτή του οφέλους που προκύπτει, με αντίστοιχη μείωση της τελικής τιμής σε συγκεκριμένα προϊόντα (απορρυπαντικά, καθαριστικά σπιτιού, οδοντόκρεμες, αφρόλουτρα, σαμπουάν και βρεφικές πάνες). γ) Η αποτροπή αδικαιολόγητων ανατιμήσεων με απαγόρευση παραπλανητικών προωθητικών ενεργειών. Και δ) με καθαρές τιμές «από το χωράφι στο ράφι», για είδη όπως τα νωπά φρούτα, τα λαχανικά και τα κρέατα. Επιπλέον, θέσαμε ανώτατο όριο τιμής για το βρεφικό γάλα και έχουμε καταρρίψει κάθε προηγούμενο ρεκόρ στην επιβολή προστίμων για αθέμιτη κερδοφορία, ιδιαίτερα σε μεγάλες πολυεθνικές.

Η αντιπολίτευση κατηγορεί την κυβέρνηση πως, αντί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το ζήτημα των συνεχόμενων ανατιμήσεων επιδίδεται στο να χορηγεί διάφορα επιδόματα. Τι απαντάτε;

Αν ως «αντιπολίτευση» εννοείτε τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ως κυβέρνηση πχ κορόιδευε κατάμουτρα τους συνταξιούχους βαφτίζοντας σαν «επιστροφή του 13ου μισθού» ένα εφ’ άπαξ χαρτζιλίκι, τότε αντιλαμβάνεται ο καθένας για τι είδους κριτική προς την κυβέρνηση μιλάμε σήμερα. Προφανώς και τα επιδόματα δεν είναι λύση -και κυρίως δεν είναι λύση για τον αναπτυξιακό προσανατολισμό της εθνικής οικονομίας γενικότερα, όπως την αντιλαμβάνεται η Νέα Δημοκρατία. Παρόλ’ αυτά, πρωτοβουλίες όπως, φερ’ ειπείν το «Καλάθι του Νοικοκυριού», η ετικέτα «Μόνιμη Μείωση Τιμής» για 1.200 καταναλωτικά προϊόντα, μια σειρά από «pass» από τα οποία ωφελούνται άμεσα εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά που πιέζονται από την ακρίβεια, ήταν απολύτως απαραίτητες. Τα επιδόματα που θέσπισε, στην πλειονότητά τους απευθείας ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επιβάλλονται από την ίδια την πραγματικότητα. Και αποδεικνύουν έμπρακτα ποια κυβέρνηση βρίσκεται στο πλευρό του ελληνικού λαού, με χειροπιαστό έργο και χωρίς παχιά, κούφια λόγια.

Ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει πως η κυβέρνηση σκόπιμα δεν καταργεί τον ΦΠΑ στα τρόφιμα, για να εισπράττει έμμεσους φόρους στα δημόσια ταμεία. Είναι αλήθεια;

Αστείες επικρίσεις, με φραστικά πυροτεχνήματα άνευ οποιασδήποτε ουσίας, που εκτοξεύονται από ένα κόμμα σε απόγνωση αν όχι σε αποσύνθεση. Ο ΣΥΡΙΖΑ διακατέχεται από την αγωνία του να μη διαλυθεί εντελώς, έχοντας ήδη πέσει τρίτος, βάσει όλων των τελευταίων δημοσκοπήσεων, ως προς την πραγματική δύναμη των κομμάτων, πίσω από τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ. Γι’ αυτό και η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να αρθρώσει οποιονδήποτε σοβαρό αντιπολιτευτικό λόγο είναι κατανοητή μεν, καταγέλαστη ή και θλιβερή δε. Και για να απαντήσω στο εντελώς άκυρο επιχείρημα περί του ΦΠΑ, για την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, το συμφέρον του καταναλωτή, η προστασία του εισοδήματος των πολιτών και η ευημερία είναι τα βασικά ζητούμενα. Όχι οι ταχυδακτυλουργίες και η «δημιουργική λογιστική». Τέτοιου είδους δόλιες τακτικές ταιριάζουν στον ΣΥΡΙΖΑ, όχι στην κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Είναι γεγονός πως το νομοσχέδιο για το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών προκάλεσε αναστάτωση στην κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ. Θεωρείτε έντιμη στάση την αποχή από την ψηφοφορία;

Προσωπικά εκτιμώ και είμαι παγίως υπέρ των ξεκάθαρων θέσεων. Το νομοσχέδιο για το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών αποκαθιστά την ισότητα στο γάμο και ωθεί την Ελλάδα στην κατεύθυνση σύγκλισης με τη σημερινή Δύση, προστατεύοντας τα παιδιά ομόφυλων γονέων που έως τώρα είναι αθέατα και εκτεθειμένα σε πολύ σοβαρούς κινδύνους έναντι της επίσημης πολιτείας. Όσο για το εάν η αποχή συνιστά έντιμη στάση ή όχι όπως το θέτετε, εφόσον η αποχή προβλέπεται κανονικά από τις κοινοβουλευτικές και νομοθετικές διαδικασίες, η υιοθέτησή της είναι εν τέλει ζήτημα ατομικής συνείδησης για κάθε βουλευτή.

Υπάρχουν διάφορες «φωνές» εντός της ΝΔ που υποστηρίζουν πως το «άνοιγμα» του Κυριάκου Μητσοτάκη προς το κέντρο έχει αλλοιώσει τη φυσιογνωμία της παράταξης. Ποια είναι η δική σας άποψη;

Η Νέα Δημοκρατία είναι ένα κόμμα αρχών, ένα κόμμα με συνέπεια και αξιοπιστία, ένα κόμμα συντεταγμένο -εξού και έχει κερδίσει τη σταθερή εμπιστοσύνη από την πλειονότητα του ελληνικού λαού. Ταυτόχρονα, όμως, όπως αντιλαμβάνεται πρώτος από όλους ο πρόεδρος Κυριάκος Μητσοτάκης, η Νέα Δημοκρατία οφείλει να εξελίσσεται, να προσαρμόζεται στις απαιτήσεις των καιρών. Να βρίσκει πειστικές και αποτελεσματικές απαντήσεις στις μεγάλες προκλήσεις της νέας εποχής. Άρα, φοβάμαι πως η φιλολογία περί αλλοίωσης ενός υποτιθέμενου σκληρού ιδεολογικού, ηθικού κ.λπ. «πυρήνα» είναι απλώς η εκδήλωση του δισταγμού ή ακόμη και της άρνησης να κρατήσουμε στ’ αλήθεια νέα τη Νέα Δημοκρατία.

Τελικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης μετακινήθηκε προς το κέντρο, ή οι ψηφοφόροι μετακινήθηκαν προς τα δεξιά και δημιουργήθηκε το 41% της εκλογικής νίκης;

Θεωρώ ότι, ύστερα από την παταγώδη και εθνικά επιζήμια αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ να πείσει ότι ο ίδιος αποτελεί εγγύηση φιλολαϊκής πολιτικής σαν κυβέρνηση «πρώτη φορά αριστερά», οι διαδοχικοί εκλογικοί θρίαμβοι του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατίας απέδειξαν ότι το δικό μας ραντεβού με τον ελληνικό λαό είναι στη διασταύρωση του ρεαλισμού, της εντιμότητας και της αναπτυξιακής προοπτικής. Πέρα από κομματικές ή ιδεολογικές αγκυλώσεις, χρωματισμούς, χαρακτηρισμούς, κλίσεις «επί δεξιά/αριστερά» κ.λπ.

Για να περάσουμε στο χαρτοφυλάκιο σας: Ορισμένοι υποστηρίζουν πως υπάρχει αρκετό μαύρο χρήμα στην ελληνική αγορά. Πώς θα το καταπολεμήσετε;

Με μια σύνθετη στρατηγική, η οποία βασίζεται από τη μία πλευρά στην αξιοποίηση ήδη υπάρχοντων τεχνολογικών εργαλείων, κυρίως ψηφιακών, ενώ εντάσσουμε ακόμη πιο προηγμένα μέσα, όπως οι εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης. Σε αυτή την κατεύθυνση, πχ η διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τα POS και απευθείας με τους υπολογιστές της ΑΑΔΕ, είναι κάτι που μοιάζει αυτονόητο, αλλά δεν είχε προχωρήσει προηγουμένως. Τώρα πλέον αυτό αποτελεί τον υποχρεωτικό κανόνα, όχι την εξαίρεση. Αντίστοιχα, εντείνονται και εκσυγχρονίζονται οι έλεγχοι στην αγορά καυσίμων, όπου υπήρχε διαδεδομένη λαθρεμπορία, όπως και στον κλάδο των οινοπνευματωδών. Και, ταυτόχρονα, με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, προχωρήσαμε σε τομές, με πιο χαρακτηριστική ίσως την καινούργια φιλοσοφία φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών με βάση αναφοράς των κατώτατο μισθό, την απαγόρευση των μετρητών στις αγοραπωλησίες ακινήτων κ.λπ. Πιστεύω όμως ότι το πιο αποτελεσματικό «όπλο» για την εξάλειψη των συναλλαγών σε μαύρο και αδήλωτο χρήμα, είναι η εμπέδωση της αντίληψης ότι η φοροδιαφυγή είναι μια αντικοινωνική, μια άδικη, αλλά και επιχειρηματικά ασύμφορη τακτική. Διότι με τα «μαύρα» μετρητά, μακροπρόθεσμα και κατ’ ουσίαν, καμία επιχείρηση οποιουδήποτε μεγέθους δεν θα δει «άσπρη μέρα» -για να το θέσω με ένα λογοπαίγνιο. Πρώτα από όλα ο τραπεζικός δανεισμός, απολύτως απαραίτητος για την ανάπτυξη οποιασδήποτε επιχειρηματικής δραστηριότητας, αποκλείεται εξ ορισμού αν το μόνο που έχει να επιδείξει κάποιος είναι μετρητά αγνώστου προελεύσεως.

Πώς νιώσατε όταν επιστρέψατε στη, γνώριμη για εσάς, Καραγιώργη Σερβίας;

Ένιωσα σαν να μην είχα φύγει ποτέ από τη γειτονιά -εξάλλου το Υπουργείο Τουρισμού στο οποίο υπηρέτησα προηγουμένως, απέχει μόλις μερικές εκατοντάδες μέτρα από το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών. Αλλά για να απαντήσω σοβαρά, προσωπικά θεωρώ ότι το προσωπικό στίγμα μου και η διαδρομή μου στην πολιτική συνίσταται στο να βρίσκομαι διαρκώς σε ετοιμότητα να προσφέρω, με όλες τις δυνάμεις μου, σε οποιονδήποτε τομέα ευθύνης και από οποιαδήποτε θέση κρίνει ο πρωθυπουργός ότι είμαι περισσότερο χρήσιμος. Τονίζω απλώς επιπλέον πως το χαρτοφυλάκιο της φορολογικής πολιτικής αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για εμένα -ενώ το βρίσκω επίσης συναρπαστικό ως πεδίο ενασχόλησης. Λόγω της δυνατότητας που έχει κάποιος να προαγάγει, άμεσα και χειροπιαστά, τη φορολογική δικαιοσύνη.

Ποια είναι η βασική διαφορά στην δημοσιονομική πολιτική από τότε που ήσασταν Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων, με σήμερα που είστε Υφυπουργός;

Σε ό,τι αφορά στη γενικότερη οικονομική διαχείριση και ειδικότερα, αν θέλετε, ως προς την εισροή προσόδων στο ταμείο του ελληνικού κράτους, το τοπίο σήμερα είναι τελείως διαφορετικό από ό,τι την περίοδο 2013-2014, όταν και είχα την τιμή να εκτελώ καθήκοντα Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων. Θα πω απλώς επιγραμματικά ότι τότε ζούσαμε την κορύφωση της οικονομικής κρίσης, την οποίαν προσπάθησε και εν τέλει πέτυχε να εκμεταλλευτεί ο ΣΥΡΙΖΑ, με το ακραίο λαϊκίστικο κήρυγμα του κ. Τσίπρα κ.λπ. Συνεπώς, αφ’ ενός υπήρχε μια αντικειμενική δυσκολία ως προς τις εισπράξεις χρεών, φόρων κ.ο.κ. Αφ’ ετέρου όμως είχε ενορχηστρωθεί εξεπίτηδες και βάσει μιας στρατηγικής εκ του πονηρού η καχυποψία των φορολογούμενων απέναντι στο δημόσιο. Ήταν στ’ αλήθεια αδιανόητα δύσκολο να παλέψει κάποιος με την πείσμονα άρνηση καταβολής οφειλομένων, την οποίαν τροφοδοτούσε συστηματικά ένας συγκεκριμένος κομματικός φορέας αποσκοπώντας σε ίδια οφέλη. Εκείνη την περίοδο είχε καταλυθεί κάθε λογική, έστω και η στοιχειώδης, καθώς αποθεωνόταν η απειθαρχία και η ασυνέπεια, υποτίθεται σαν ηρωικές πράξεις αντίστασης. Ευτυχώς, σήμερα οι πολίτες έχουν καταλάβει ότι η οικονομία δεν σώζεται ούτε με ουτοπίες τύπου «δεν πληρώνω», ούτε με προεκλογικά ψέματα και ανεδαφικές υποσχέσεις περί «σεισάχθειας» κ.λπ. Σώζεται όμως με ένα μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής που έχει ως πυρήνα του την ανάπτυξη, όπως αυτό που εφαρμόζει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.

Κλείνοντας την συνέντευξη μας θα ήθελα να σας ρωτήσω αν πιστεύετε πως υπάρχουν δίκαιοι φόροι;

Μια πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση, πραγματικά. Διότι πολλές φορές τείνουμε να αναλωνόμαστε στα ποσοτικά και τα τεχνικά στοιχεία των φόρων και όχι στην ουσία τους. Και η ουσία του φορολογικού συστήματος είναι η δικαιοσύνη και μόνο η δικαιοσύνη, η συνεισφορά όλων κατ’ αναλογίαν προς τα αληθινά εισοδήματά τους, στο μεγάλο κοινό ταμείο του ελληνικού κράτους. Από το οποίο χρηματοδοτούνται έργα και δράσεις που αποσκοπούν στο να κάνουν καλύτερη τη ζωή όλων, ανεξαιρέτως, των πολιτών. Αυτά ισχύουν σε επίπεδο αρχών. Μια κυβέρνηση όπως αυτή του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατίας, η οποία έχει τη βούληση να αμβλύνει τις κοινωνικές και ταξικές ανισότητες μέσω της ισόρροπης ανάπτυξης και της προόδου, έχει ως θεμελιώδες καθήκον να εξορθολογίσει τη φορολογία, να καταργήσει φόρους που επιβλήθηκαν σε προηγούμενες φάσεις είτε ως έκτακτα μέτρα είτε εξαιτίας ιδεολογικών εμμονών. Στην Ελλάδα, δυστυχώς, καθιερώθηκαν φόροι και για τις δύο προηγούμενες αιτίες. Όμως, το γεγονός ότι η κυβέρνησή μας έχει καταργήσει περισσότερους από 50 φόρους, αφ’ ενός αποδεικνύει ότι πάντοτε υπάρχουν περιθώρια για ένα φορολογικό σύστημα να γίνει πιο δίκαιο. Αφ’ ετέρου, υπογραμμίζεται ότι για την αναμόρφωση της φορολογίας επί το δικαιότερον, η ιδανική κυβέρνηση, με πρόγραμμα, στοχοθεσία και όραμα θετικό και ρεαλιστικό, είναι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Συνέντευξη στην εφημερίδα