To άρθρο δημοσιεύθηκε στο Capital.gr.
Στις τελευταίες εκτιμήσεις του σχετικά με την κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας το φετινό φθινόπωρο, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο τροποποίησε την αρχική πρόγνωσή του για την ανάπτυξη στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, το ΔΝΤ προβλέπει ότι στη χώρα μας θα υπάρξει ανάπτυξη 5,2% κατά το διάστημα που διανύουμε, ενώ η εκτίμηση που είχε αρχικά διατυπωθεί την άνοιξη του 2022 ήταν σημαντικά πιο επιφυλακτική και απαισιόδοξη, τοποθετώντας την ανάπτυξη αρκετά πιο χαμηλά, στο 3,5%.
Χρησιμοποιώντας μία μεταφορική έκφραση, οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ μοιάζουν με “χρησμούς”. Είναι μηνύματα -ενθαρρυντικά ή προειδοποιητικά αναλόγως, τα οποία εκφράζονται με αριθμούς και ποσοστά. Αυτοί οι πρόσφατοι “χρησμοί” του ΔΝΤ για την ανάπτυξη στην Ελλάδα, ακριβώς επειδή είναι ευοίωνοι, φέρνουν σε όλο και πιο δύσκολη θέση την αξιωματική αντιπολίτευση. Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως πολύ καλά γνωρίζουμε όλοι πλέον, δεν αποστρέφεται μόνον όσους μιλούν για ανάπτυξη, αλλά και την ίδια την ανάπτυξη. Προσωπικά με ενοχλεί βαθιά ο τυφλός αρνητισμός του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, στην περίπτωση των προβλέψεων του ΔΝΤ, προσπαθεί να αποσιωπήσει τα θετικά μηνύματα και να αναδείξει, πάση θυσία, οτιδήποτε αρνητικό -ακόμη και εκεί όπου δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Έτσι, εν προκειμένω ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εστιάζει στο ότι το ΔΝΤ επιβραβεύει τις προσπάθειες του ελληνικού λαού και της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ προτιμά να αναδεικνύει την τροποποίηση των προβλέψεων του ΔΝΤ για την ανάπτυξη στην Ελλάδα το 2023 από το 2,6% στο 1,8%. Και πάλι, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ διαπράττει ένα θεμελιώδες σφάλμα -πέρα από τη σκανδαλώδη, καταστροφολογική στάση του. Η αλήθεια είναι πως μόνο θετικά πρέπει να δούμε τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ για το 2023 διότι πρώτον, στο σύνολο της διετίας 2022-’23 η ανάπτυξη από 6,1% αναθεωρείται σε 7%. Δεύτερον, το τελευταίο διάστημα, το ΔΝΤ υποτιμά συστηματικά την αναπτυξιακή δυναμική της Ελλάδας, εξού και αναγκάζεται να αναθεωρεί τις εκτιμήσεις του προς τα πάνω. Οπότε, θεωρώ ως πολύ πιθανό να αποδειχθούν υπερβολικά συντηρητικές οι προβλέψεις στις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να στηρίξει το απαισιόδοξο αφήγημά του για τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας.
Ένα τρίτο σημαντικό στοιχείο που οδηγεί εύλογα στη θετική ερμηνεία των προγνώσεων του ΔΝΤ, είναι το γεγονός ότι η αναθεώρηση προς το καλύτερο για την Ελλάδα διατυπώνεται σε μια χρονική φάση κατά την οποίαν το ίδιο το Ταμείο αναθεωρεί προς το χειρότερο τους δείκτες ανάπτυξης της ευρωπαϊκής αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας.
Αλλά δεν είναι μόνο το ΔΝΤ που επαινεί την ελληνική προσπάθεια. Διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί, κορυφαίες εφημερίδες του κλάδου όπως πχ οι Financial Times, μαζί με εγχώρια Ινστιτούτα όπως το ΙΟΒΕ κ.α. καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα: Ότι η Ελλάδα, κόντρα στο διεθνές υφεσιακό ρεύμα, διαθέτει μεγάλες αναπτυξιακές δυνατότητες, καθώς και τις απαιτούμενες δυνάμεις για να τις αξιοποιήσει στο έπακρο.
Η εικόνα αυτή επιβεβαιώνεται πλήρως, τόσο με βάσει τους αριθμούς, αλλά και στην κοινωνία καθαυτή. Ενδεικτικά:
– Η εφαρμογή της αναπτυξιακής πολιτικής που είχε εξ αρχής χαράξει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, παρά τις αλλεπάλληλες διεθνείς κρίσεις, έχουν επιφέρει ραγδαία μείωση της ανεργίας. Αυτό μεταφράζεται σε νοικοκυριά τα οποία έχουν εισόδημα πλέον, ενώ προηγουμένως είχαν μόνο έξοδα, χωρίς έσοδα.
– Η αύξηση των εξαγωγών και τα ρεκόρ που επιτυγχάνει ο Ελληνικός Τουρισμός βελτιώνουν το ισοζύγιο, εισφέροντας πολύτιμο συνάλλαγμα. Ταυτόχρονα, στους τομείς αυτούς αντανακλάται η βελτίωση της ποιότητας, καθώς η θεαματική αναβάθμιση της σχέσης κόστους/αξίας των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών.
– Οι πολλαπλές ανακοινώσεις για ξένες επενδύσεις, ιδιαίτερα εκ μέρους τεχνολογικών κολοσσών του ψηφιακού, τεχνολογικού, φαρμακευτικού κ.λπ. κλάδου, δημιουργούν καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας και αποτελούν κίνητρο επαναπατρισμού (brain gain) των Ελλήνων που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα στη διάρκεια της κρίσης.
– Η ραγδαία μείωση του χρέους (η μεγαλύτερη στον κόσμο για φέτος), μειώνει επίσης την πίεση των αγορών για επιβολή “μέτρων”. Κατά συνέπεια, ο περιορισμός του χρέους αυξάνει τα περιθώρια ελευθερίας κινήσεων για την κυβέρνηση, έτσι ώστε να προχωρά απρόσκοπτα στην υλοποίηση της πολιτικής της.
Ωστόσο, το ουσιαστικό σημείο παραμένει η πεποίθηση ότι η τρικυμία στην παγκόσμια οικονομία συνθέτει μεν ένα περιβάλλον γεμάτο από σοβαρούς κινδύνους, αλλά και μεγάλες ευκαιρίες. Γι’ αυτό δεν είναι καθόλου τυχαία η σημερινή κατάσταση της Ελλάδας: Η πατρίδα μας είναι οικονομικά πιο ισχυρή από κάθε άλλη φορά τα τελευταία 20 χρόνια. Το ίδιο -ίσως και περισσότερο- ισχύει για τη γεωστρατηγική δύναμη που έχει συγκεντρώσει η Ελλάδα, χάρη στην εξωτερική πολιτική του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ως κράτος ποτέ δεν είχαμε μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, μεγαλύτερη πίστη στις δυνάμεις μας.
Οι διεθνείς συνθήκες, με το σαρωτικό κύμα ακρίβειας, με τη διάχυτη ανασφάλεια, δηλαδή τις ολέθριες παρενέργειες ενός αναίτιου πολέμου, με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, πιέζουν ασφυκτικά τα οικονομικά του μέσου ελληνικού νοικοκυριού. Ευτυχώς, όμως -και αυτό ακούμε όλοι οι πολιτευτές που ερχόμαστε τακτικά σε επαφή με τους πραγματικούς Έλληνες πολίτες- η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας υλοποιεί ένα, άνευ προηγουμένου, γενναιόδωρο και στοχευμένο πρόγραμμα στήριξης.
Ενδεικτικά μόνο, μπορεί κάποιος να αναφέρει τέτοιου είδους μέτρα που ήδη υλοποιούνται ή βαίνουν προς υλοποίηση το αμέσως προσεχές διάστημα όπως:
– Επιδοτήσεις στην κατανάλωση φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, με δημοσιονομικό κόστος 9,5 δισ. ευρώ.
– Επιστροφή του 60% της αύξησης του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας στα οικιακά τιμολόγια για το διάστημα από 01/12/2021 έως και 31/06/2022, με δημοσιονομικό κόστος 296 εκατ. ευρώ.
– Αύξηση του επιδόματος θέρμανσης, επιδότηση πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης.
– 1,5 εκατ. συνταξιούχοι θα δουν για πρώτη φορά αυξήσεις στις απολαβές τους, της τάξης του 7%. – Κατάργηση της Εισφοράς Αλληλεγγύης για όλους -συνταξιούχους και δημόσιους υπαλλήλους, από 1/1/2023.
– Νέα αύξηση του κατώτατου μισθού από την 1η Μαΐου 2023. (Προηγήθηκε διπλή αύξηση μέσα στο 2022, σε ποσοστό 9,7%).
– Στη διάρκεια του 2022 η κυβέρνηση διέθεσε 4,7 δισ. ευρώ για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, συν 4,3 δισ. ευρώ για την υγειονομική κρίση.
– Μόνιμη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 35% σε σχέση με το 2018.
– Πλήρης κατάργηση του φόρου γονικών παροχών/δωρεών.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει εισάγει δεκάδες μέτρα για την άμεση και ουσιαστική ανακούφιση των νοικοκυριών από τα οικονομικά βάρη. Γενικώς, μόνο σχήμα λόγου δεν είναι ότι με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη οι Έλληνες πολίτες έχουν δει μόνο αυξήσεις στο εισόδημά τους και μείωση στους φόρους, ενώ με το ΣΥΡΙΖΑ ίσχυε το ακριβώς αντίθετο.
Με σχέδιο λοιπόν, η παρούσα κυβέρνηση έχει σχεδόν κατορθώσει να “τετραγωνίσει τον οικονομικό κύκλο”!, δηλαδή να πετύχει το ακατόρθωτο -δεδομένου του εξαιρετικά δυσμενούς οικονομικού κλίματος σε όλο τον κόσμο. Με την οικονομική πολιτική της, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας εξισορροπεί από τη μία τις ανάγκες των πολιτών, τη δημοσιονομική σταθερότητα, την εικόνα της χώρας στις αγορές, με τις υποχρεώσεις της Ελλάδας απέναντι στην ΕΕ από την άλλη. Μέσα από αυτή την ισορροπία, δίνεται προοπτική και μέλλον στους Έλληνες πολίτες -και πρώτα από όλους στους νέους. Το μήνυμα προς κάθε συμπολίτη μας που επιδιώκει την πρόοδο και την ευημερία, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, είναι ξεκάθαρο: Οι συνθήκες θα βελτιώνονται συνεχώς στην πατρίδα μας. Όλο και ευκολότερα θα μπορούν οι Έλληνες και οι Ελληνίδες να προκόψουν επαγγελματικά, αλλά και να κάνουν οικογένεια, σε μια χώρα που η ομορφιά της τους περιβάλλει από παντού και τους εμπνέει.
Αυτή τη μεγάλη υπόσχεση στον ελληνικό λαό μπορεί να την εγγυηθεί μόνο η συνέχιση της εμπιστοσύνης του ελληνικού λαού στη Νέα Δημοκρατία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη στις επόμενες εκλογές. Άλλωστε, η πρόοδος και η ανάπτυξη, είναι και το ουσιαστικό διακύβευμα αυτών των, κρίσιμων για τον μέλλον όλων μας, εκλογών.