Ενδιαφέρουσες είναι, χωρίς καμία αμφιβολία και πέρα από ιδεολογικές θέσεις, οι τελευταίες εξελίξεις στον χώρο της κεντροαριστεράς. Με ένα νέο πρόσωπο ως επικεφαλής, μια ιστορική παράταξη επιχειρεί μια επανεκκίνηση -και αυτό δεν μπορεί παρά να αξιολογείται θετικά. Διότι μία από τις θεμελιώδεις προϋποθέσεις για την εύρυθμη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος είναι η ύπαρξη συγκροτημένης αντιπολίτευσης, η οποία ασκεί τον συνταγματικό της ρόλο με συνέπεια και γνώμονα την ουσία του πολιτικού διαλόγου.
Με τις ριζικές ανακατατάξεις στο χώρο του ΚΙΝΑΛ, θα έλεγε κάποιος ότι γίνεται ένα σημαντικό βήμα προς την αποκατάσταση της σοβαρότητας στην αντιπολίτευση. Το αλλοπρόσαλλο πολιτεύεσθαι του ΣΥΡΙΖΑ, είτε ως αντιπολίτευση είτε -ακόμη χειρότερα- σαν κυβέρνηση, είναι ο κύριος παράγοντας που θέτει σε τροχιά αποδρομής τον κ. Τσίπρα και τους συνεργάτες του. Ταυτόχρονα, δε, σε μεγάλο βαθμό αυτό εξηγεί την μεγάλη προσέλευση ψηφοφόρων στις εσωκομματικές εκλογές του ΚΙΝΑΛ, ιδιαίτερα την πρώτη Κυριακή. Σημαντικό ποσοστό όσων έσπευσαν να ψηφίσουν για νέο αρχηγό στο χώρο της παραδοσιακής κεντροαριστεράς, επιστρέφουν συμβολικά στον φυσικό πολιτικό τους χώρο, ύστερα από την απογοήτευση που δοκίμασαν όταν μετακινήθηκαν προς τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο, εάν αναλύσει κάποιος εντελώς ψυχρά και χωρίς κομματικές παρωπίδες την τρέχουσα κατάσταση, πιθανότατα θα αναρωτηθεί τι είναι αυτό που προσδοκούν οι πολίτες από μια κεντροαριστερή παράταξη και το οποίο δεν έχει ήδη καλυφθεί από την πολιτική του Κυριάκου Μητσοτάκη. Διότι, μέσα σε πρωτοφανώς δυσμενείς συνθήκες, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έλαβε πλήθος μέτρων για την προστασία του Έλληνα πολίτη -και με απόλυτη προτεραιότητα στις πιο ευάλωτες ομάδες- τα οποία δε θα τολμούσε ίσως να εφαρμόσει καμία σοσιαλδημοκρατική ή ακόμη και «αριστερή» κυβέρνηση. Ας θυμηθούμε τα πιο σημαντικά από αυτά:
– Η σημαντική ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας παρά την ασφυκτική πίεση της πανδημίας τα τελευταία δύο χρόνια.
– Τα προληπτικά μέτρα για την ακρίβεια, στα οποία η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη προχώρησε αποφασιστικά και πολύ πριν από τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη, έτσι ώστε το διεθνές κύμα των ανατιμήσεων να μην φτάσει να απειλήσει το εισόδημα του Έλληνα πολίτη. Ενδεικτικά, μπορούμε να αναφέρουμε ότι πχ διπλασιάστηκαν τα κοινωνικά επιδόματα για τα ευάλωτα νοικοκυριά, καταργήθηκε ο φόρος πετρελαίου στους αγρότες με αποτέλεσμα τη μείωση των τιμών στα προϊόντα, απορροφήθηκε από το κράτος το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης του ρεύματος αλλά και του φυσικού αερίου, μειώθηκε ο ΦΠΑ στον καφέ, τα μη αλκοολούχα ποτά και τις μεταφορές κ.α. Ταυτόχρονα, οι πολίτες πληρώνουν πολύ λιγότερους και πιο χαμηλούς φόρους από ό,τι πριν (ΕΝΦΙΑ), ενώ το κράτος στηρίζει έμπρακτα τους μικρομεσαίους τόσο ως άτομα όσο και ως επιχειρήσεις, με αναστολή εισφορών, επιστρεπτέα προκαταβολή κ.λπ.
– Η διαφάνεια, η δίκαιη και ορθολογική διαχείριση των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης. Τα έκτακτα κονδύλια που χορηγεί η ΕΕ για την επανεκκίνηση της οικονομίας μετά από την πανδημία διατίθενται σε έργα υποδομής με αναπτυξιακό αλλά και βιώσιμο -«πράσινο»- χαρακτήρα.
– Η επανάσταση της ψηφιοποίησης του συνόλου σχεδόν του δημόσιου τομέα, η πάταξη της γραφειοκρατίας και η απλοποίηση της καθημερινότητας των Ελλήνων.
– Η φροντίδα για την κατάργηση των διακρίσεων, το θεσμοθετημένο σεβασμό στη διαφορετικότητα και τα δικαιώματα των ομόφυλων ζευγαριών ή και γενικότερα της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ.
– Η θεαματική ανάδειξη της Ελλάδας σε πρωτοπόρο παγκοσμίως, η απόσπαση σεβασμού και εκτίμησης από τη διεθνή κοινότητα προς τη χώρα μας, ειδικά στον τομέα του τουρισμού. Ο συνδυασμός του ασφαλούς ανοίγματος του κλάδου παρά την πανδημική κρίση και της υποδειγματικής τήρησης των υγειονομικών πρωτοκόλλων, ακόμη και με την καθιέρωση καινοτόμων μεθόδων (PLF, σύστημα EVAκ.α.)
– Η προώθηση των εθνικών θεμάτων με κινήσεις ουσίας, όπως η αποτελεσματική απόκρουση της τουρκικής προκλητικότητας, η ανάδειξη του μεταναστευτικού ως μη τοπικού αλλά αμιγώς ευρωπαϊκού ζητήματος, η τεράστια ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων με την αγορά πολεμικού υλικού τελευταίας τεχνολογίας από τη Γαλλία κ.α.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποδεικνύει ότι, στη σύγχρονη αντίληψη για το κοινωνικό κράτος, το προεξάρχον κριτήριο δεν είναι μικροπολιτικό. Αντιθέτως, όλα κρίνονται βάσει της αποτελεσματικότητας των εκάστοτε μέτρων και των αντανακλαστικών σε πραγματικά προβλήματα και σε ενεστώτα χρόνο.
Αν υπάρχει, λοιπόν, ένας πολιτικός που δικαιούται να προβάλλει κατεξοχήν τη συνέπεια ανάμεσα στο προεκλογικό του πρόγραμμα και το κυβερνητικό έργο, δηλαδή στην τήρηση αυτού του περίφημου «συμβολαίου με τον ελληνικό λαό», αυτός είναι σίγουρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Το στίγμα και τα ιδεολογικά προτάγματα του Ν. Ανδρουλάκη είναι κάτι που σίγουρα θα τα δούμε το προσεχές διάστημα. Εκείνο που πρέπει να θεωρείται σίγουρο είναι ότι μεγάλο περιθώριο κινήσεων δεν έχει, ειδικά απέναντι σε μία κυβέρνηση η οποία έχει ήδη προλάβει να καλύψει τα αιτήματα των πολιτών, και πιθανόν η στροφή προς αριστερά ακροατήρια να αποτελεί μονόδρομο. Όπως σίγουρο είναι ότι το έργο της κυβέρνησης Μητσοτάκη δεν είναι μόνο δείγμα ικανότητας, είναι και εκπλήρωση του υπέρτατου καθήκοντος προς τον ελληνικό λαό.
*Ο Χαρης Θεοχαρης είναι κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ